«Δραματική συρρίκνωση του εισοδήματος τους είχαν στα χρόνια των μνημονίων οι Δημόσιοι Υπάλληλοι, που είδαν μισθούς και συντάξεις να μειώνονται ακόμα και κατά 40%. Την ίδια στιγμή σε καθεστώς αβεβαιότητας παραμένουν 75.000 εργαζόμενοι με ευέλικτες μορφές απασχόλησης στο Δημόσιο, ενώ σε αναμμένα κάρβουνα είναι 90.000 Δημόσιοι Υπάλληλοι που περιμένουν τις αλλαγές στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα» σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από τους εκπροσώπους της ΑΔΕΔΥ σε συνέντευξη τύπου στην Θεσσαλονίκη. Συγκεκριμένα:
«- Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι έχουν χάσει σχεδόν το 40% των μισθών τους από το 2010 μέχρι σήμερα. Ενδεικτικά να αναφέρουμε την περικοπή του 13ου και 14ου μισθού, το νέο μισθολόγιο με χαμηλότερα κατά 200 ευρώ ανά κατηγορία καταληκτικό μισθό, το πάγωμα της ωρίμανσης για τη διετία 2016- 2017, το ψαλίδισμα των επιδομάτων.
Όλα αυτά τα μέτρα σε συνδυασμό με την περαιτέρω μείωση του αφορολόγητου από τα 8.600 ευρώ στα 5.600 έχουν οδηγήσει τους Δημοσίους Υπαλλήλους σε κατάσταση οικονομικής εξαθλίωσης.
Μισθοί και προσλήψεις στο Δημόσιο θα παραμείνουν υπό αυστηρή εποπτεία. Οι νέες δεσμεύσεις φτάνουν έως και το 2022 και βλέπουμε.
– Σε 40% υπολογίζεται και η μείωση που έχουν υποστεί οι συνταξιούχοι. Ο νόμος Κατρούγκαλου μετατρέπει τις συντάξεις σε βοηθήματα και τους ασφαλισμένους παρίες της κοινωνίας και ζητιάνους μετά από 40 χρόνια εργασίας.
Η αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης στα 67 χρόνια, καταργώντας ώριμα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, οι μειώσεις συντάξεων για τους νέους ασφαλισμένους ως και 35%, ο επανυπολογισμός των παλαιών συντάξεων και η σταδιακή ισοπέδωση με τις νέες, αρχής γενομένης από το 2019, η αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, η μείωση των επικουρικών συντάξεων, η περαιτέρω μείωση του ΕΦΑΠΑΞ, είναι μόνο μερικά από τα δεινά που έφερε ο Ν.4387/2016.
– Η πολιτική της λιτότητας και της εσωτερικής υποτίμησης που εφαρμόζουν εδώ και χρόνια όλες οι κυβερνήσεις σε συνεργασία με τους δανειστές, οδήγησε στη βύθιση του ΑΕΠ κατά 25%, στην έκρηξη της ανεργίας στο 30%, στην απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, στην υποβάθμιση και την ανατροπή των εργασιακών κατακτήσεων και δικαιωμάτων.
– Στα χρόνια των μνημονιακών παρεμβάσεων οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο μειώθηκαν κατά 125.000. Αποτέλεσμα: η υποστελέχωση των δημοσίων υπηρεσιών, που ειδικά στους ευαίσθητους τομείς της Υγείας, Παιδείας, κοινωνικής μέριμνας, ΟΤΑ και πολιτισμού.
Η κάλυψη στους κρίσιμους τομείς του Δημοσίου σε ανθρώπινο δυναμικό δεν υπερβαίνει το 70% των οργανικών θέσεων των μνημονιακών οργανογραμμάτων.
Η υποστελέχωση των υπηρεσιών έχει ως αποτέλεσμα να εντείνονται περαιτέρω οι κοινωνικές ανισότητες και να μπαίνουν εμπόδια στην πρόσβαση, την ποιότητα και επάρκεια κρίσιμων κοινωνικών αγαθών όπως η Υγεία, η Παιδεία, η σύνταξη, το πρόγραμμα βοήθεια στο σπίτι.
– Οι ελαστικές μορφές απασχόλησης επεκτείνονται ραγδαία και στο Δημόσιο, υποβαθμίζοντας περαιτέρω τα εργασιακά δικαιώματα, δημιουργώντας μια νέα γενιά συμβασιούχων χωρίς ασφάλεια, ποιότητα δουλειάς και στοιχειώδη εργασιακά δικαιώματα. Η πολιτική ομηρεία και η κομματική χειραγώγηση είναι ο απώτερος στόχος αυτών των εμβαλωματικών πολιτικών. Ενδεικτικά να αναφερθεί πως πάνω από 75.000 εργαζόμενοι στο Δημόσιο απασχολούνται με ευέλικτες μορφές εργασίας.
– Σε εκκρεμότητα παραμένει το πόρισμα για τα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα με αποτέλεσμα πάνω από 90.000 εργαζόμενοι στο Δημόσιο να είναι σε «ομηρεία».
– Η προστασία της πρώτης κατοικίας από τους πλειστηριασμούς, αλλά και περιουσιακών στοιχείων όταν αποδεδειγμένα υπάρχει αδυναμία αποπληρωμής είναι αναγκαία με νομοθετική ρύθμιση και με επέκταση της εφαρμογής του Νόμου Κατσέλη.
Η μείωση κατά 50% των ληστρικών επιτοκίων των στεγαστικών δανείων του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων και του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου εδώ και τώρα είναι απαίτηση όλων των δανειοληπτών. Τα επιτόκια κυμαίνονται από το 4,6% ως και 6,1% όταν στις τράπεζες δεν υπερβαίνουν το 2,5%, ενώ το ρίσκο είναι σχεδόν μηδαμινό καθώς οι δόσεις παρακρατούνται από το μισθό ή τη σύνταξη.
H Α.Δ.Ε.Δ.Υ. διεκδικεί:
1. Κατάργηση του νόμου Κατρούγκαλου για το συνταξιοδοτικό (ν. 4387/2016).
2. Μισθούς και συντάξεις αξιοπρέπειας. Υπολογισμό της διετίας 2016-2017 για τη μισθολογική εξέλιξη.
3. Κατάργηση της τροπολογίας Γεροβασίλη για την αξιολόγηση. Συνεχίζεται η απεργία-αποχή και στον νέο κύκλο αξιολόγησης. Η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. είναι υπέρ μίας αξιολόγησης–αποτίμησης του έργου των δημοσίων υπηρεσιών και των Δημοσίων Υπαλλήλων, η οποία δε θα είναι τιμωρητική και δε θα συνδέεται με τη βαθμολογική και μισθολογική τους εξέλιξη.
4. Προσλήψεις μόνιμου προσωπικού, για να καλυφθούν όλα τα οργανικά κενά (Παιδεία, Υγεία, Αυτοδιοίκηση, Ασφαλιστικά Ταμεία, Κοινωνικές Υπηρεσίες κτλ). Μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων – μέσω του ΑΣΕΠ – που καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες με γενναία μοριοδότηση της προϋπηρεσίας.
5. Κανένας πλειστηριασμός, για την πρώτη κατοικία, για τους εργαζόμενους που αδυνατούν να πληρώσουν.
6. Να σταματήσει η φορολογική επιδρομή και η καταλήστευση του εισοδήματός των εργαζομένων. Αφορολόγητο στα 12.000 ευρώ.
7. Καμία αλλαγή στον συνδικαλιστικό νόμο. Κατάργηση των περιορισμών στην άσκηση του απεργιακού δικαιώματος.
8. Να μην γίνει περικοπή στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλματα. Το ειδικό καθεστώς πρέπει να επεκταθεί σε όσους υπαλλήλους εργάζονται στους ίδιους χώρους για να μην υπάρχει προσωπικό διαφορετικών «ταχυτήτων».
Μιλώντας στη συνέντευξη τύπου οι εκπρόσωποι της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. αναφέρθηκαν διεξοδικά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν Οι Δημόσιοι Υπάλληλοι.
Τον κώδωνα του κινδύνου πως θα συνεχιστεί η μνημονιακή πολιτική έκρουσε ο Πρόεδρος της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., Γιάννης Πάιδας, λέγοντας χαρακτηριστικά «πως μπορεί να μιλάμε για κανονικότητα όταν μέχρι το 2022 πρέπει να έχουμε πλεόνασμα 3.5% και στη συνέχεια 2% με 2.5% μέχρι το 2060».
Στην ανάγκη κατάργησης του νόμου Κατρούγκαλου αναφέρθηκε ο Γενικός Γραμματέας της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., Σταύρος Κουτσιουμπέλης, επισημαίνοντας «δεν είναι δυνατόν να έχουμε συνταξιούχους δυο ταχυτήτων».
Για «ντροπολογία» που απονομιμοποιεί πολιτικά, νομικά και ηθικά τις επιλογές στελεχών στο Δημόσιο μίλησε ο Αντιπρόεδρος της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., Δημήτρης Μπράτης, υπογραμμίζοντας πως δεν είναι δυνατόν να γίνονται αποκλεισμοί εργαζομένων.
«Η μισθολογική αποκατάσταση των εργαζομένων στο Δημόσιο, δεν είναι μόνο ζήτημα κοινωνικής δικαιοσύνης αλλά απαραίτητη προϋπόθεση οικονομικής ανάπτυξης προς όφελος της κοινωνίας και ενός βιώσιμου ασφαλιστικού συστήματος» επεσήμανε ο Αντιπρόεδρος της Α.Δ.Ε.Δ.Υ., Γιώργος Πετρόπουλος.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ