Την άμεση αναστολή της ανάρτησης των Δασικών Χαρτών προκειμένου να επανεξεταστούν οι ήδη αναρτημένοι και οι υπό ανάρτηση Χάρτες, ενσωματώνοντας τα χωρικά δεδομένα που διαθέτουν διάσπαρτα οι υπηρεσίες του Δημοσίου και δύνανται να εξαιρέσουν αυτόματα τις εκτάσεις αυτές από την ανάγκη υποβολής αντιρρήσεων (Σχέδια Πόλης, οικισμοί, οικιστικές πυκνώσεις & αυθαίρετοι οικισμοί, αναδασμοί, ανταλλάξιμα, γεωργικοί κλήροι, γεωργικές εκτάσεις εντός αναδασωτέων κλπ), ζητά το ΤΕΕ Τμήματος Δυτικής Κρήτης ενόψει της επικείμενης ανάρτησης δασικών χαρτών στην ΠΕ Χανίων και Ρεθύμνου.
Σε ανακοίνωση επισημαίνεται «Είναι γεγονός ότι διανύουμε μια ταραχώδη και δύσκολη περίοδο σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, της οποίας η αντιστροφή μόνο εύκολη υπόθεση δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί. Είναι επίσης κοινά αποδεκτό ότι τα απαραίτητα βήματα για την αλλαγή της κατάστασης αυτής είναι ο εκ του μηδενός και χωρίς παρωπίδες στρατηγικός σχεδιασμός σε όλα τα επίπεδα (εθνικό, πολιτικό, οικονομικό, χωρικό), η νομοθετική μεταρρύθμιση σε πλήθος θεμάτων και η εφαρμογή ενός ταχύτατου και αποτελεσματικού αναπτυξιακού μοντέλου. Όσον αφορά τον Χωροταξικό Σχεδιασμό, αυτός ανέκαθεν αποτέλεσε το βασικό «εργαλείο» για την ανάπτυξη του τόπου και σωστά συνδέθηκε με τις αρχές και την έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης. Όμως η βιώσιμη ανάπτυξη δεν επιτυγχάνεται με το να επικαλούμαστε γενικές διακηρύξεις αρχών ή να νομοθετούμε αποσπασματικά, αλλά προκύπτει ως συνέπεια του γενικότερου σχεδίου που θα έπρεπε να έχει καταρτισθεί, με βάση σύγχρονες μεθόδους διαχείρισης και παρέμβασης στο χώρο και με καθιέρωση συνθηκών σταθερής και έντιμης σχέσης μεταξύ κράτους και πολίτη.
Οι Δασικοί Χάρτες αποτελούν θεμέλιο λίθο του Χωροταξικού Σχεδιασμού σε μη αστικές περιοχές και ορίζονται ως η γεωμετρική απεικόνιση και καθορισμός από αέρα του δασικού ή μη χαρακτήρα των εκτάσεων της επικράτειας, προκειμένου να επισημανθούν και να προστατευθούν δάση, δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις όπως αυτές ερμηνεύονται από την δασική νομοθεσία.
Κατ’ ουσία οι Δασικοί Χάρτες αποτελούν μηχανισμό οριοθέτησης και κατοχύρωσης της δημόσιας περιουσίας αφού το τμήμα γης εκείνο που τελεσίδικα θα χαρακτηρισθεί ως δάσος ή δασική ή μη γεωργική έκταση, θα περάσει οριστικά στην κυριότητα του Ελληνικού Δημοσίου, εκτός κι αν ο πολίτης μπορεί να αποδείξει το αντίθετο. Το βασικό τεχνικό μέρος της διαδικασίας σύνταξης των Δασικών Χαρτών συνοψίζεται σε αντιπαραβολή των αεροφωτογραφιών χρονολογίας του 1945 (ή 1960 σε περιπτώσεις ανεπαρκούς ευκρίνειας) με την υφιστάμενη σημερινή κατάσταση (αεροφωτογραφίες 2007-2009), με σκοπό τον εντοπισμό παράτυπων επεμβάσεων (εκχερσώσεις, οικοδόμηση κ.α.), στη συνέχεια καθορισμό των αλλαγών χρήσεων ή των σταθερών χρήσεων και δημιουργία εντέλει των αντίστοιχων γεωμετρικών πολυγώνων που θα κοινοποιηθούν στους πολίτες. Θεωρητικά οι Δασικοί Χάρτες, είναι ένα σπουδαίο «εργαλείο» προς την αναπτυξιακή κατεύθυνση του τόπου, μία σημαντική κατάκτηση και έτσι υπεύθυνα θα έπρεπε να το διαχειρισθεί η Νομοθετική εξουσία αρχικά και στη συνέχεια οι αρμόδιοι εμπλεκόμενοι φορείς υλοποίησης συνεργαζόμενοι μεταξύ τους (Αποκεντρωμένη Διοίκηση, Τοπική Αυτοδιοίκηση, Υπηρεσία Δόμησης, Γεωργική Υπηρεσία κλπ.). Όμως, όπως προκύπτει από το αποτέλεσμα στις περιοχές που έχει γίνει ήδη η ανάρτηση, δεν υπήρξε σχεδόν καμία συνεργασία των παραπάνω υπηρεσιών σε επίπεδο συγκερασμού χωροταξικών δεδομένων σε μία κοινή βάση. Αντιθέτως, όπως συνήθως συμβαίνει, ψηφίσθηκαν Νόμοι βεβιασμένα, με αποτέλεσμα να απαιτείται πλήθος αναδρομικών ερμηνευτικών Αποφάσεων και Εγκυκλίων κατά τις οποίες το αρμόδιο Υπουργείο καλείται και θα κληθεί να διευκρινίσει και να ερμηνεύσει τις παραλείψεις και τα πρόδηλα σφάλματα που εντοπίσθηκαν κατά την εφαρμογή. Όπως διαπιστώνεται στις διάφορες περιοχές ανά την Ελλάδα όπου ήδη αναρτήθηκαν οι Δασικοί Χάρτες (Ιανουάριος & Φεβρουάριος 2017) ευρισκόμενοι στην πρώτη περίοδο εφαρμογής, ανέκυψαν πολλαπλά και σοβαρότατα προβλήματα. Συγκεκριμένα διαπιστώθηκε παντελής έλλειψη ενημέρωσης των πολιτών, ελλειμματικές αναρτήσεις από την μεριά του φορέα υλοποίησης (κατά τόπους Δασαρχεία) αφού δεν εστάλησαν και φυσικά δεν ελήφθησαν υπόψη χωρικά, οικιστικά, γεωργικά και πολεοδομικά δεδομένα και δεν υπήρξε στην ουσία καμία διασύνδεση υπηρεσιών για την αυτόματη εξαίρεση εκτάσεων. Αυτό που επίσης προκύπτει ως διακύβευμα πέραν των τεχνικών προβλημάτων, είναι ότι οι μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες αυτής της διαδικασίας, φαίνεται να δημιουργούν τεράστια ιδιοκτησιακά και οικονομικά προβλήματα στους πολίτες και κυρίως στους ενασχολούμενους με τον πρωτογενή τομέα (γεωργία, κτηνοτροφία). Διαφαίνεται δηλαδή, ότι οι Δασικοί Χάρτες έτσι όπως μαζικά άρχισαν να αναρτώνται άνευ προσεκτικής προμελέτης των κριτηρίων και των συνεπειών, με ασφυκτικές προθεσμίες κατάρτισης και υποβολής αντιρρήσεων, θα καταστούν πρακτικά ένα αποσπασματικό και προβληματικό νομοθέτημα αφού τα ακίνητα όντας σε καθεστώς αντιρρήσεων ή δικαστικών διεκδικήσεων έναντι του Δημοσίου, θα δεσμεύονται ιδιοκτησιακά έως τις τελεσίδικες αποφάσεις, ΔΕΝ θα μεταβιβάζονται, ΔΕΝ θα κληρονομούνται, ΔΕΝ θα επιδοτούνται για οποιαδήποτε γεωργική χρήση και μεγάλο τμήμα της ιδιόκτητης ακίνητης περιουσίας θα καταλήξει στην πλήρη κυριότητα του Δημοσίου, είτε λόγω μη υποβολής αντιρρήσεων λόγω άγνοιας, είτε λόγω έλλειψης παλαιών τίτλων κυριότητας, είτε λόγω αδυναμίας πληρωμής των υπέρογκων παράβολων.
Ενέργειες που προτείνει το Τ.Ε.Ε Τμήμα Δυτικής Κρήτης
1. Άμεση αναστολή της ανάρτησης των Δασικών Χαρτών προκειμένου να επανεξεταστούν οι ήδη αναρτημένοι και οι υπό ανάρτηση Χάρτες, ενσωματώνοντας τα χωρικά δεδομένα που διαθέτουν διάσπαρτα οι υπηρεσίες του Δημοσίου και δύνανται να εξαιρέσουν αυτόματα τις εκτάσεις αυτές από την ανάγκη υποβολής αντιρρήσεων (Σχέδια Πόλης, οικισμοί, οικιστικές πυκνώσεις & αυθαίρετοι οικισμοί, αναδασμοί, ανταλλάξιμα, γεωργικοί κλήροι, γεωργικές εκτάσεις εντός αναδασωτέων κλπ).
2. Να δοθεί χρονική επέκταση (παράταση) ως προς την καταληκτική ημερομηνία υποβολής αντιρρήσεων, σε διαφορετική περίπτωση θα είναι πρακτικά αδύνατη από τεχνικής άποψης η συλλογή των δικαιολογητικών εντός προθεσμίας (σύνταξη τοπογραφικών, τεχνικές αναλύσεις και νομικές εκθέσεις, εξεύρεση παλαιών τίτλων από υποθηκοφυλακεία κλπ). Προτείνεται δυνατότητα για τουλάχιστον 6-μηνη περίοδος υποβολής αντιρρήσεων από την ημερομηνία ανάρτησης.
3. Να γίνει ενημέρωση των πολιτών με κάθε δυνατό τρόπο, όσον αφορά τα δεδομένα, τις συνέπειες και τα χρονοδιαγράμματα των Δασικών Χαρτών καθώς και οι λεπτομέρειες περί δικαιολογητικών που θα πρέπει να συλλέξουν οι πολίτες στα πλαίσια των αντιρρήσεων.
4. Να γίνει επανακαθορισμός του νομοθετικού πλαισίου σχετικά με τα κριτήρια εξέτασης των αντιρρήσεων από τις αρμόδιες Επιτροπές που θα συσταθούν. Επίσης να διασφαλισθούν τα χρονοδιαγράμματα ώστε οι πολίτες να μην σύρονται στο ίδιο πολυετές καθεστώς αναμονής και «ομηρίας» που ισχύει σήμερα σε αντίστοιχες περιπτώσεις αντιρρήσεων των έως σήμερα Πράξεων Χαρακτηρισμού. Απαραίτητη κρίνεται η εκπροσώπηση του Τεχνικού Επιμελητήριου Ελλάδας στις εν λόγω τεχνικές Επιτροπές όταν αυτές συσταθούν.
5. Δραστική μείωση παραβόλων που θα καταβάλλονται από τους πολίτες για τις αντιρρήσεις ώστε να μην εκληφθεί και αυτό το νομοσχέδιο ως ένα άλλο εισπρακτικό μέσο και επιστροφή του παραβόλου σε κάθε περίπτωση που αποδεδειγμένα έχει γίνει σφάλμα από πλευράς Δημοσίου. Επίσης το ύψος του Ειδικού Τέλους θα πρέπει να κλιμακώνεται ανάλογα με το εμβαδόν της έκτασης και την αντικειμενική αξία του ακινήτου.
6. Σε περιπτώσεις εξαγοράς κηρυγμένων δασικών εκτάσεων από τους ίδιους έως σήμερα καλλιεργητές (μέσω της υπαγωγής στις διατάξεις του Ν.4280/2014), το τίμημα να καθορισθεί αρκετά χαμηλότερα από το 1/3 της αντικειμενικής αξίας που προβλέπει σήμερα ο Νόμος και το οποίο κρίνεται υπερβολικό.»
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ