Χειρόγραφα-βιβλία στους γεμιστήρες των όπλων της επανάστασης

18ο τεύχος Ην-Ων

Ναοί, μοναστήρια και σπήλαια ιστορικού θρησκευτικού ενδιαφέροντος  του νομού Ηρακλείου  προσελκύουν το ενδιαφέρον ξένων και Ελλήνων επισκεπτών για την πλούσια ιστορία τους.
Ο συγγραφέας και ιστορικός ερευνητής Γιώργος Παναγιωτάκης στο βιβλίο του «ΚΡΗΤΗ-ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ» αναφέρει τα σημαντικότερα μνημεία του νομού και ξετυλίγει την πλούσια ιστορία τους, στην πορεία του χρόνου. Το περιοδικό μας τον ευχαριστεί για την ευγενική του παραχώρηση. Ειδικότερα:
– ΝΑΟΣ ΑΓ. ΤΙΤΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ
Σύμφωνα με τα στοιχεία του βιβλίου ο ναός του Αγίου Τίτου βρίσκεται στο κέντρο της πόλης του Ηρακλείου, στην ομώνυμη πλατεία οδός 25ης Αυγούστου, που οδηγεί από το λιμάνι ώς την πόλη. Κτίστηκε μάλλον στην Β’ βυζαντινή περίοδο όταν η έδρα της Κρήτης μεταφέρθηκε από την Γόρτυνα στο Χάνδακα, με την κατάληψη της Κρήτης από τους Σαρακηνούς και την καταστροφή της Γόρτυνας.
Στον νέο ναό συγκεντρώθηκαν σκεύη της θείας λατρείας, εκκλησιαστικά κειμήλια, καθώς και η κάρα του Αγίου Τίτου. Στην περίοδο της βενετοκρατίας ο ναός έγινε έδρα του Λατίνου Αρχιεπισκόπου. Αργότερα  οι Τούρκοι τον μετέτρεψαν σε τζαμί γνωστό με το όνομα Βεζύρ Τζαμί.
Οι μεταβολές αυτές άφησαν αρχιτεκτονικά στοιχεία, που διαμορφώνουν την όψη του ναού, στην οποία συνυπάρχει η τέχνη της Ανατολής με την τέχνη της Δύσης.
‘Ένα από τα θύματα του καταστροφικού σεισμού του Ηρακλείου το 1856 υπήρξε και ο ναός του Αγίου Τίτου. Ξανακτίστηκε το 1872 και αργότερα, με ορισμένες αλλαγές που σημειώθηκαν λειτούργησε ως ορθόδοξη εκκλησία.
Με την κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους, οι Ενετοί μετέφεραν στην Βενετία διάφορα εκκλησιαστικά κειμήλια, εικόνες, καθώς και την κάρα του Αγίου Τίτου, την οποία εναπόθεσαν στον ναό του Αγίου Μάρκου. Τελικά το Μάϊο του 1962 έγινε η επανακομιδή της κάρας που βρίσκεται σήμερα στο ναό, ο οποίος την είχε στερηθεί από το 1669.
– Η ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΜΑΡΚΟΥ
Η βασιλική του Αγίου Μάρκου, βρίσκεται στον ίδιο δρόμο με το ναό του Αγίου Τίτου, στην πλατεία Ελευθερίου Βενιζέλου (Λιοντάρια). Κτίστηκε από τους Ενετούς το 1239 και την αφιέρωσαν στο όνομα του προστάτη τους. Από τους Τούρκους μετατράπηκε σε τζαμί. Ο μιναρές τοποθετήθηκε στη θέση του κωδωνοστασίου, οι βάσεις του οποίου διατηρούνται μέχρι σήμερα.
Το τζαμί ήταν γνωστό ως Δεφτεδάρ Τζαμί.
Το 1956, η εταιρία Κρητικών Ιστορικών Μελετών την αποκατέστησε στην αρχική της μορφή. Στο χώρο αυτό στεγάστηκε η μεγάλη έκθεση με τα έργα του Δομίνικου Θεοτοκόπουλου, που συγκεντρώθηκαν από πολλές χώρες το 1990, με την συμπλήρωση 450 χρόνων από την γέννησή του.
Σήμερα λειτουργεί ως πινακοθήκη, που φιλοξενεί έργα μεγάλων σύγχρονων ζωγράφων της Κρήτης.
– Ο ΝΑΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΕΤΡΟΥ
Ο ναός του Αγίου Πέτρου βρίσκεται ανατολικά από το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης, περιστοιχισμένος από βυζαντινά ερείπια.
Κτίστηκε στην περίοδο της βενετοκρατίας και ανήκε σε Δομινικανούς μοναχούς. Από τους Τούρκους μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος. Με τις αναστηλωτικές εργασίες που συντελέστηκαν στο ναό, η πόλη του Ηρακλείου απέκτησε ένα ακόμα αξιόλογο και καλαίσθητο μνημείο. Το μνημείο αυτό με τον πλούσιο εσωτερικό του χώρο, μπορεί να καλύψει ιστορικές ανάγκες ή να εξυπηρετήσει και άλλες πνευματικές ή πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Στο Ηράκλειο υπάρχουν και άλλοι αξιόλογοι ναοί όπως ο μικρός ναός του Αγίου Μηνά, η Παναγία των Σταυροφόρων, η Αγία Αικατερίνη και άλλοι με σημαντική παρουσία στην ιστοριή διαδρομή της πόλης.
ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ ΤΟΥ Ν. ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ:
Πότε ακριβώς ιδρύθηκαν τα πρώτα μοναστήρια στην Κρήτη δεν είναι γνωστό. Πιστεύεται ότι ιδρύθηκαν από τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους. Ο πρόωρος εκχριστιανισμός της Κρήτης και η μικρή σχετικά απόστασή της από την Αίγυπτο, όπου οι πατέρες της ερήμου θεμελίωσαν τον μοναχικό βίο, συντελέσανε στο να δεχθεί η Κρήτη νωρίς τα μηνύματα αυτά και να βρούν πρόσφορο έδαφος οι πρώτες για τον μοναχισμό αντιλήψεις.
Τα νότια παράλια της Κρήτης με τα φυσικά τους καταφύγια, με το ήπιο κλίμα και τον απομονωτισμό, γίνονται τόποι που δέχονται τους πρώτους μοναχούς. Οι τόποι αυτοί προσφέρονται και ευνοούν την πνευματική ανύψωση την εγκράτεια, την άσκηση και την προσευχή. Σιγά-σιγά με την εξάπλωση του μοναχισμού και τη δημιουργία μοναστικών κέντρων διαμορφώνονται προμαχώνες, οι οποίοι ενισχύουν τη θρησκευτική συνείδηση, διατηρούν την χριστιανική παράδοση και βοηθούν τις εθνικές υποθέσεις.
Οι μοναχοί έτσι γίνονται υπερασπιστές και φρουροί της ορθοδοξίας και ο ρόλος τους είναι ευδιάκριτος στην περιπετειώδη ιστορική διαδρομή της Κρήτης. Στην βυζαντινή περίοδο λειτουργούσαν πολλά μοναστήρια στην Κρήτη.
Στα πρώτα χρόνια της βενετοκρατίας οι νέοι κατακτητές έβλεπαν ότι ο κλήρος ενίσχυε και υποκινούσε τις τοπικές εξεγέρσεις και πήρε αυστηρά μέτρα εναντίον του.
Η πολιτική όμως των Ενετών στα τελευταία 100 χρόνια άλλαξε με το πρόσχημα ότι υπάρχει ανάγκη συνύπαρξης του χριστιανικού στοιχείου.
Η στροφή βέβαια αυτή σημειώθηκε από το διαβλεπόμενο Τουρκικό κίνδυνο και την ανάγκη της από κοινού αντιμετώπισής του. Η κατάσταση αυτή ευνόησε την εξάπλωση του μοναχισμού.
Χιλιάδες είχαν ασπασθεί το μοναχικό σχήμα και ιδρύθηκαν ή ανακαινίσθηκαν πολλά μοναστήρια πολλές φορές με τη ενίσχυση των ίδιων των Ενετών.
Στα μοναστήρια αυτά διδάσκονταν τα ελληνικά γράμματα, λειτουργούσαν βιβλιοθήκες και γίνονταν αντιγραφές χειρογράφων. Από τις τάξεις των μοναχών αναδεικνύονται ονομαστοί λόγιοι όπως ο
Ιωσήφ Φιλάγρης, ο Νείλος Δαμιλάς, ο Μάξιμος Μαργούνιος κ.α.
Πολλά μοναστήρια επίσης ανέδειξαν ιεράρχες που λάμπρυναν πατριαρχικούς θρόνους, όπως ο Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Κύριλος Λούκαρις, ο Πατριάρχης Αλεξανδρείας Μελέτιος Πηγάς, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Νεκτάριος, ο Νεόφυτος Πατελάρος κ.α.
Ανέδειξαν επίσης και πολλούς άλλους λόγιους που ο ρόλος τους δεν περιορίστηκε μόνο στη  θεία λατρεία και τα εκκλησιαστικά πράγματα γενικότερα, αλλά υπήρξε σημαντικός και στον εθνικό-πολιτικό τομέα,
Στην διάρκεια του Κρητικού Πολέμου 1645- 1669 τα μοναστήρια είχαν υποστεί μεγάλες καταστροφές.
Πολλά αφανίστηκαν τελείως και σήμερα υπάρχουν μόνο ως τοπωνύμια. Το φαινόμενο αυτό ήταν εντονότερο στις περιπτώσεις όπου τα μοναστήρια είχαν αναλάβει αντιστασιακό ρόλο κατά του κατακτητή. Εικόνες ιστορημένες από Κρήτες αγιογράφους, σκεύη της θείας λατρείας, χειρόγραφα, άμφια, βιβλία και άλλα εκκλησιαστικά αντικείμενα και είδη, διαρπάχτηκαν αφανίστηκαν ή καταστράφηκαν.
Με την επικράτηση των Οθωμανών στην Κρήτη τα μοναστήρια περιέρχονται σε ακόμα δυσκολότερη θέση. Όσα ήταν μέσα στις πόλεις μετατράπηκαν σε τζαμιά, Τα φτωχότερα διαλύθηκαν και άντεξαν μερικά μεγάλα μοναστήρια, που είχαν την δυνατότητα να ανταποκρίνονται στις βαριές φορολογίες των Τούρκων.
Ο ιερός νόμος των μουσουλμάνων αντιμετώπιζε με εχθρότητα τα μοναστήρια και τις εκκλησίες και απαγόρευε την ίδρυση νέων ή ανακαίνιση παλαιών. Τα μοναστήρια στην περίοδο αυτή είχαν γίνει στρατηγεία και ορμητήρια των επαναστατών. Επαναστάτες και μοναχοί δρούσαν από κοινού για την τιμωρία του κατακτητή και την απελευθέρωση του νησιού.
Μέσα ή γύρω από αυτά είχαν γίνει αιματηρές συμπλοκές και μοναχοί καταγράφηκαν ως ήρωες στις σελίδες της κρητικής ιστορίας.
Χαρακτηριστική περίπτωση ο Ιωάννης Μαρκάκης ή Ξωπατέρας, που οχυρωμένος στον Πύργο της Μονής Οδηγήτριας πολεμούσε μόνος του το εξαγριωμένο τουρκικό ασκέρι.
Η μονή Αρκαδίου έγινε ηρωικός τάφος για πολλούς πολεμιστές και γυναικόπαιδα δίνοντας ένα λαμπρό παράδειγμα εθελοθυσίας και ηρωισμού.
Ο ρόλος τους, τέλος, υπήρξε ουσιαστικός και στην πρόσφατη περίοδο της γερμανικής κατοχής, που πολλοί μοναχοί είχαν υποστεί θανατώσεις και βασανιστήρια από την συμμετοχή τους στον αγώνα εναντίον των γερμανών.
Συνοπτικά περιγράφονται οι σπουδαιότερες από τις μονές που υπάρχουν σήμερα:
ΑΝΔΡΙΚΕΣ ΜΟΝΕΣ
– ΑΓΚΑΡΑΘΟΣ
Είναι ενοριακή μονή που ανήκει στον Δήμο Χερσονήσου. Απέχει από το Ηράκλειο 23 χιλιόμετρα και βρίσκεται στο δρόμο Ηρακλείου-Επισκοπής-Σγουροκεφαλίου-Αγκαράθου. Είναι παλιά, ιστορική και με παλιά φήμη μονή. Το ένα κλίτος του ναού τιμάται στην Κοίμηση της Θεοτόκου και το άλλο είναι καθιερωμένο στον Άγιο Μηνά.
Ο χρόνος ίδρυσης της Μονής δεν μας είναι ακριβώς γνωστός. Η ύπαρξή της πάντως είναι γνωστή από το 1504. Είναι από τις παλαιότερες της Κρήτης και το όνομα της (φυτονυμικό) προέρχεται προφανώς από το φυτό αγκάθαρος κοινός αγκαραθιά, που ενδημεί εκεί.
Η μονή είναι «πρώτη τη τάξει» από τις μονές της Αρχιεπισκοπής Κρήτης. Η παρουσία της στην πνευματική, ιστορική ζωή της Κρήτης είναι έντονη. Από την εποχή της βενετοκρατίας υπήρξε φυτώριο παιδείας και πολλοί από τους μοναχούς της αναρρήθηκαν σε πατριαρχικούς και επισκοπικούς θρόνους, όπως είναι ο Μελέτιος Πηγάς, ο Κύριλος Λούκαρις, ο Σίλβεστρος και ο Γεράσιμος Παλαιοκάπας που έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πάντοβας.
Στην περίοδο της βενετοκρατίας το μοναστήρι βρισκόταν σε μεγάλη ακμή. Η ακμή αυτή ανακόπηκε για 200 χρόνια στην περίοδο της Τουρκοκρατίας, γιατί ο ηγούμενος της Μονής Αθανάσιος Χριστοφόρος με ομάδα μοναχών, που βρίσκονταν στον πολιορκούμενο Χάνδακα, πολέμησαν με ασυνήθιστη γενναιότητα τον επίδοξο κατακτητή.
Όπως γράφει ο Μπουνιαλής, ο ηγούμενος έστησε αψίδα με τα κεφάλια των σκοτωμένων Τούρκων για να περάσει ο Ενετός στρατηγός Ντολφίν. Το γεγονός αυτό καθόρισε και την μετέπειτα στάση των Τούρκων απέναντι στη μονή, όπου απαγόρευαν αυστηρά να τοποθετηθεί έστω και μία πέτρα πάνω στην άλλη για την παραπάνω περίοδο.
Αν μάλιστα δεν μεσολαβούσε ο Μητροπολίτης Κρήτης Νεόφυτος Πατελάρος που είχε την έδρα του στη μονή, είναι βέβαιο ότι σε αυτή δεν θα έμενε «λίθος επί λίθου».
Στην περίοδο της τουρκοκρατίας υπήρξε ένα από τα μικρά μοναστήρια της Κρήτης. Στην επανάσταση του 1821, επειδή κρίθηκε ότι ο Επίσκοπος Ιωακείμ και οι μοναχοί είχαν ανάμειξη  στην προετοιμασία της επανάστασης οι Οθωμανοί έσφαξαν τον Επίσκοπο στην είσοδο του μικρού ναού του Αγίου Μηνά στο Ηράκλειο, έσφαξαν τους μοναχούς που βρήκαν και η μονή με τα κτίσματα της παραδόθηκαν στη φωτιά.
Εργώδης προσπάθειες καταβλήθηκαν για την ανασυγκρότηση της μονής και την παράδοση της στη θεία λατρεία.
Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας η Αγκάραθος ήταν η έδρα του Επισκόπου Χερονήσου. Στην επανάσταση του 1866 η μονή έπαιξε ρόλο φιλόπτωχου ταμείου διατηρώντας το παλιό κρητικό έθιμο της φιλοξενίας. Η μονή διέθετε το «σταμνοστάτη», όπου υπήρχε ένα σταμνί με νερό, άλλο σταμνί με κρασί και ένα κοφίνι με τυρί, ελιές και ψωμί. Οι φούρνοι του μοναστηριού κάπνιζαν συνεχώς για να ξεπεινάσουν επαναστάτες και ταλαιπωρημένους κατοίκους γειτονικών χωριών. Η μονή δάνειζε ακόμα χρήματα βοηθώντας έτσι ποικιλοτρόπως την περιοχή και τους ανθρώπους της.
Στο χώρο της μονής λειτουργούσε αλληλοδιδακτικό σχολείο. Στην περίοδο της κατοχής όσοι μοναχοί δεν πήραν μέρος στην αντίσταση πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους σε καταζητούμενους αντιστασιακούς.
Το κτηριακό συγκρότημα της μονής είναι φρουριακού τύπου με κύριες και μία δευτερεύουσα είσοδο. Η σημερινή εκκλησία της μονής είναι σχετικά νεόδμητη. Κτίστηκε από την αρχή και τα εγκαίνιά της έγιναν το 1894.
– Ο ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Νοτιοανατολικά από το χωριό Ανώπολη και πολύ κοντά σ’ αυτό που απέχει από το Ηράκλειο 15 χιλιόμετρα, σε κατάφυτη κοιλάδα, βρίσκεται η μονή του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου. Κατά την παράδοση ήταν μετόχι της μονής Αγίου Γεωργίου Αποσελέμη, που βρισκόταν κοντά στις εκβολές του.
Ο ρόλος της μονής τόσο στον εθνικό όσο και τον εκπαιδευτικό τομέα, υπήρξε σημαντικός. Η θέση της διευκόλυνε τους κατά καιρούς αγωνιστές, που έβρισκαν στους χώρους της μονής ασφάλεια και φιλοξενία. Οι μοναχοί έπαιρναν επίσης μέρος στους αγώνες κατά του κατακτητή, Τα γεγονότα αυτά έγιναν γνωστά στους Οθωμανούς που το μίσος τους ξέσπασε κατά του μοναστηριού. Στην επανάσταση του 1821 οι μοναχοί σφάχτηκαν και τα ιερά σκεύη εκτός από τις εικόνες που δεν βρέθηκαν, διαρπάχτηκαν ή καταστράφηκαν. Στην επανάσταση του 1866-69 οι μοναχοί άφησαν το μοναστήρι και βγήκαν στα βουνά με τους άλλους πολεμιστές.
Μετά το τέλος της επανάστασης, οι μοναχοί επέστρεψαν και αντίκρισαν ένα μοναστήρι έρημο και λεηλατημένο, το οποίο με μεγάλες δυσκολίες και τεράστιες προσπάθειες παρέδωσαν και πάλι στη θεία λατρεία.
Στα γεγονότα του 1896 η μονή είχε και πάλι το μερίδιο της στις σφαγές και τις καταστροφές. Στους 40 κατοίκους των γύρω χωριών που κατέσφαξαν οι Τούρκοι συμπεριλαμβάνονται και τρείς ιερομόναχοι και ένας μοναχός, που ανήκαν στην δύναμη της μονής η οποία για άλλη μια φορά λεηλατήθηκε.
Η μονή διατηρούσε σχολείο το οποίο λειτούργησε από το 1840 έως το 1908, με διακοπές μόνο τις ανώμαλες περιόδους.
Η μονή έχει ανασυγκροτηθεί σήμερα και αποτελεί ένα πραγματικό ησυχαστήριο.
– Η ΜΟΝΗ ΕΠΑΝΩΣΗΦΗ
Τιμάται στο όνομα του Αγίου Γεωργίου. Το βόρειο κλίτος του ναού είναι αφιερωμένο στη Μεταμόρφωση του Σωτήρα. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Μεταξοχώρι και απέχει από το Ηράκλειο 32 χιλιόμετρα. Είναι μια απο τις σπουδαιότερες και πλουσιότερες μονές της Κρήτης.

Ιδρύθηκε από κάποιο μοναχό Παΐσιο, χωρίς όμως να μπορεί να προσδιορισθεί η ακριβής ημερομηνία κτίσης της. Εκτιμάται ότι ιδρύθηκε γύρω στο 1600.
Το όνομά της το οφείλει σε κάποιο βοσκό που βρισκόταν στην υπηρεσία του άρχοντα Λαγκουβάρδου.
Η μονή απέκτησε μεγάλη ακίνητη περιουσία. Στην περίοδο της τουρκοκρατίας είχε αναδειχθεί σε σπουδαίο πνευματικό κέντρο. Λόγιοι μοναχοί, αδελφοί της μονής όπως ο ιεροδάσκαλος και υμνογράφος Συνέσιος, ο καλλιτέχνης βιβλιογράφος Γεώργιος Γουνάλες κάνουν έντονη την πνευματική τους παρουσία στο χώρο αυτό.
Η ατυχία όμως του μοναστηριού να βρίσκεται ζωσμένο από αρκετά τουρκοχώρια επισώρευσε σ’ αυτό πολλά δεινά. Στην επανάσταση του 1821 οι Τούρκοι κάτοικοι του Κακού Χωριού (σημερινό Μεταξοχώρι) σκότωσαν 18 μοναχούς. Όσοι γλίτωσαν κατέφυγαν στα Σφακιά, όπου μετέφεραν όσα κειμήλια μπόρεσαν να διασώσουν, χωρίς τελικά αυτά να διασωθούν.
Με την παρέμβαση του Αρμοστή Τομπάζη πουλήθηκαν με τα κειμήλια των άλλων μοναστηριών στην Ύδρα και αγοράστηκαν όπλα για την επανάσταση.
Άν σήμερα τα μοναστήρια της Κρήτης είναι φτωχά σε χειρόγραφα, βιβλία και κειμήλια, αυτό οφείλεται γιατί χρησιμοποιήθηκαν ως γεμίσματα όπλων και άλλα για αγορά όπλων.
Αφιέρωσαν δηλαδή και αυτά την ζωή τους στην υπόθεση της Κρητικής ελευθερίας.
Μετά τη σφαγή του 1821 το μοναστήρι καταδικάστηκε στην ερήμωση. Ο Νεόφυτος, μοναχός στο Αϊδίνη της Μικράς Ασίας που ήταν μετόχι του Επανωσήφη, ήρθε και με δυό άλλους μοναχούς ξανάχτισαν το μοναστήρι, που γρήγορα εξελίσσεται και πάλι σε σπουδαίο πνευματικό κέντρο.
Ο μεγάλος σεισμός του 1856 γκρέμισε το ναό που ανοικοδομήθηκε με σουλτανικό φιρμάνι του 1862 με τη μεσολάβηση του Πατριαρχείου. Στην επανάσταση του 1866 η μονή έπεσε και πάλι θύμα των τουρκικών επιδρομών. Το νεόκτιστο μοναστήρι δέχτηκε τη μανία των Τούρκων που το κατεδάφισαν και αφαίρεσαν ότι κινητό πράγμα έβρισκαν. Τα κειμήλια και τα ιερά σκεύη διασώθηκαν γιατί είχαν  μεταφερθεί εγκαίρως στη μονή Απεζανών.
Οι περισσότεροι από τους νέους μοναχούς κατατάχτηκαν στα επαναστατικά σώματα και πολεμούσαν τον κατακτητή.
Στην περίοδο της γερμανικής κατοχής το ηγουμενείο είχε μετατραπεί σε νοσοκομείο και πολλές αστικές οικογένειες που απειλούνταν από το φάσμα της πείνας, κατέβηκαν στο μοναστήρι.
Οι Γερμανοί κατάκλεψαν το μοναστήρι που αυτομάτως βρέθηκε φτωχό σε σιτάρι, ελαιόλαδο, τυρί και άλλα προϊόντα που διέθετε σε αφθονία προηγουμένως.
Η βοήθεια του μοναστηριού στις αντιστασιακές οργανώσεις γενικά ήταν σημαντική.
– Η ΜΟΝΗ ΑΠΕΖΑΝΩΝ
Βρίσκεται σε απόσταση 63 χιλιομέτρων από την πόλη του Ηρακλείου και υπάγεται στο Δήμο Γόρτυνας. Υπάρχουν τρείς εκδοχές για την ίδρυσή της. Συγκεκριμένα η πρώτη αναφέρει ότι ήταν στην θέση Αγιοφάραγγο όπου υπάρχει η βυζαντινού ρυθμού εκκλησία του Αγίου Αντωνίου, η δεύτερη ότι ιδρύθηκε το 1600 περίπου από τους αδελφούς Παπαδόπουλους από τον Χάνδακα και η τρίτη  ότι ιδρύθηκε το 1458.
Το κτίσμα είχε στον περίβολο κανόνι και οι Τούρκοι την ονόμαζαν «Τομπλού Μοναστήρ».
Λέγεται ότι η μονή είχε ειδικό έγγραφο συμφωνίας για την προστασία της από τους Τούρκους. Το έγγραφο σεβάστηκαν οι Τούρκοι μέχρι το 1827. Αλλά στο τέλος δε στάθηκε εμπόδιο για τους Οθωμανούς να παραδώσουν στη φωτιά τον ναό, που καταστράφηκε ολοκληρωτικά.
Η μονή τιμάται στο όνομα του Αγίου Αντωνίου και αναστηλώθηκε πάλι από τους μοναχούς.
Η επανάσταση του 1866-69 ήρθε να συμπληρώσει την παλιότερη καταστροφή. Οι Τούρκοι την έκαψαν για δεύτερη φορά καθώς και τα μετόχια της στο Πέρι και στα Τρυπητά τη επαρχίας Καινουρίου. Τα λείψανα αγίων που είχε η μονή διασώθηκαν από την καταστροφή του 1827.
– Η ΜΟΝΗ ΤΗΣ ΟΔΗΓΗΤΡΙΑΣ
Βρίσκεται 65 χιλιόμετρα από την πόλη του Ηρακλείου και κοντά στο χωριό Σίβας.
Το μοναστήρι πρόβαλε σθεναρή αντίσταση κατά των Τούρκων. Στην προεπαναστατική περίοδο έβρισκαν καταφύγιο στο μοναστήρι πολλοί χαΊνιδες που μάχονταν για την ελευθερία .Ήταν οι κλέφτες όπως ονομάζονταν στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στην κατηγορία αυτή ανήκε ο γνωστός ήρωας Ξωπατέρας ή Ξέπαπας αδελφός της μονής. Το κοσμικό του όνομα ήταν Ιωάννης Μαρκάκης.
Ως μοναχός με το όνομα Ιωάσαφ σκότωσε κάποιον γενίτσαρο που προσέβαλε την τιμή της οικογένειάς του με αποτέλεσμα να του αφαιρεθεί το μοναχικό σχήμα χωρίς να απαρνηθεί το μοναστήρι της μετάνοιάς του. Κατά την έναρξη της επανάστασης του 1821 βρέθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα με το φίλο του Δημήτρη Κορμούλη από τον Κουσέ, όπου πολέμησαν μαζί για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.
Με την επιστροφή του στην Κρήτη και έχοντας ως ορμητήριο το μοναστήρι της Οδηγήτριας έγινε ο φοβερός διώκτης των γενίτσαρων της Μεσαράς. Οι Τούρκοι τον αποκαλούσαν «Ντελί Παπά» (Τρελό Παπά).
Επειδή τα Αστερούσια ήταν φωλιές επαναστατών οι Τούρκοι αποφάσισαν να ξεκαθαρίσουν την κατάσταση.
Δύναμη από 800 Οθωμανούς με επικεφαλής τον αιμοβόρο Μερεμέτ Αλή πολιόρκησαν το μοναστήρι τον Φεβρουάριο του 1828. Ο Ξωπατέρας κλεισμένος στον ψηλό πύργό της μονής, που από τότε φέρνει το όνομα του θρυλικού ήρωα-πολεμά με δύο ακόμα πολεμιστές τον τουρκικό όχλο.
Σκοτώνονται 30 τούρκοι και τραυματίζονται άλλοι 15. Η πολιορκία κρατεί 3 μέρες. Αφού σκοτώνονται οι δύο συμπολεμιστές του και εξαντλείται και το τελευταίο βόλι πηδά από τον φλεγόμενο πύργο αλλά προτού τον πιάσουν κατορθώνει ενώ είχε σπάσει το πόδι του και σκοτώνει άλλους τρείς Τούρκους. Μέσα στο τουρκικό ασκέρι δεν ήταν δυνατή η σωτηρία του. Του έκοψαν το κεφάλι του, το έβαλαν στο κοντάρι της σημαίας και το πήγαν στο Τυμπάκι ή σύμφωνα με άλλη μαρτυρία το μετέφεραν στο Μουσταφά Πασά που πολιορκούσε το Φραγκοκάστελλο κοντά στα Σφακιά. Λίγους μήνες αργότερα τον Αύγουστο του 1828 οι φίλοι του εκδικήθηκαν τον θάνατό του και σκότωσαν τον φοβερό γενίτσαρο Αγριολίδι που στάθηκε αφορμή για νέα τουρκική θηριωδία που στοίχισε τη ζωή σε 800 χριστιανούς μόνο στο Ηράκλειο. Το μοναστήρι βρισκόταν υπό συνεχή διωγμό.
ΓΥΝΑΙΚΕΙΕΣ ΜΟΝΕΣ
– Η ΜΟΝΗ ΚΑΡΔΙΩΤΙΣΣΑΣ «ΚΕΡΑ»
Βρίσκεται 50 χιλιόμετρα από την πόλη Ηρακλείου προς το Οροπέδιο Λασιθίου.
Η μονή υπήρχε από τον 9ο αιώνα και ο ναός τιμάται στο όνομα της γέννησης της Θεοτόκου.
Η μονή και τα γύρω χωριά Κερά, Κράσι και Γωνιές αποτελούσαν φέουδο που ανήκε στο Λατίνο Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης.
Τα μέλη της οικογένειας των Μαγγανάρηδων που ήρθαν ως πρόσφυγές από την Μονεμβασιά εγκαταστάθηκαν στο Οροπέδιο Λασιθίου και αφιέρωσαν όλη τους την περιουσία στη μονή. Την ανακαίνισαν και πολλά χρόνια οι ηγούμενοι προέρχονταν από την οικογένεια αυτή.
Από το 1720 η μονή γίνεται Σταυροπηγιακή μπαίνει στην εξάρτηση και την απευθείας προστασία από το Πατριαρχείο.
Το 1822, το 1841, και το 1846 η μονή δέχεται τουρκικά πλήγματα. Το 1866-69 στη μονή συγκαλείται η πρώτη επαναστατική συνέλευση που ανακηρύσσει υπαρχηγό τον Αντώνιο Ζωγράφο ή Ξανθουδίδη. Τον επόμενο χρόνο τον Μάϊο του 1867 οι επαναστάτες με αρχηγό τον Μιχαήλ Κόρακα  εγκατέστησαν το στρατηγείο τους για να αποτρέψουν την κατάληψη και την καταστροφή του Λασιθίου η οποία τελικά συντελέσθηκε από τα πολυάριθμα στρατεύματα του Ομέρ Πασά.
– Η ΜΟΝΗ ΠΑΛΙΑΝΗΣ
Βρίσκεται κοντά στο χωριό Βενεράτο και απέχει 23 χιλιόμετρα από το Ηράκλειο. Σύμφωνα με αποκαλυφθέντα ευρήματα χρονολογείται από το 668 και είναι αφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, τον Άγιο Παντελεήμονα και τους τρείς Ιεράρχες. Ήταν αυτοκρατορική μονή και υπαγόταν στο Πατριαρχείο ως Σταυροπηγιακή. Στην επανάσταση του 1821 το τίμημα που πληρώνει είναι ακριβό. Εκτός από τρείς καλόγριες, οι υπόλοιπες που υπολογίζονται σε μερικές δεκάδες σφάζονται και ο ναός πυρπολείται. Η μονή αναστηλώνεται από την μοναχή Παρθενία για να παραδοθεί στη φωτιά το 1866. Ο γνωστός Τουρκοφάγος Μιχαήλ Κόρακας κατέβηκε στη Μονή όταν σκότωσε τον Τούρκο Αλήκο και έτσι αρχίζει ουσιαστικά ο αγώνας κατά των Τούρκων που έγινε ο φοβερός διώκτης και αμείλικτος τιμωρός τους. Πρέπει να σημειωθεί ότι στον εξωτερικό χώρο του ιερού της εκκλησίας υπάρχει η «Αγία μυρτιά» η οποία λατρεύεται ως δένδρο με θαυματουργικές ιδιότητες. Η δενδρολατρεία αυτή αποτελεί επιβίωση λατρευτικών συνηθειών που ξεκινούν από τα μινωικά χρόνια.
– Η ΜΟΝΗ ΣΑΒΒΑΤΙΑΝΩΝ
Βρίσκεται βορειοδυτικά της Ρογδιάς και απέχει 22 χιλιόμετρα από την πόλη του Ηρακλείου. Ο δίκλιτος ναός της είναι αφιερωμένος στον Άγιο Αντώνιο και τον Άγιο Σάββα. Παλαιά μονή και ηγούμενος της υπήρξε ο Μάξιμος Μαργούνιος το 1585. Στη διάρκεια της πολιορκίας του Χάνδακα από τους Τούρκους όσοι καλόγηροι πήραν μέρος στον πόλεμο κατά του νέου κατακτητή αιχμαλωτίστηκαν και μεταφέρθηκαν στην Κωνσταντινούπολη όπου έμειναν καθ’ όλο το χρονικό διάστημα πολιορκίας του Χάνδακα. Επιστρέφοντας συνάντησαν άλλους ιδιοκτήτες (Τούρκους) και σφαγιάσθησαν όσοι δεν αιχμαλωτίστηκαν. Ένας μοναχός που διασώθηκε φρόντισε για την ανοικοδόμησή της και την αποκατάσταση των ζημιών. Στην επανάσταση του 1866-69 ένας λόγιος μοναχός ο ιερομόναχος Ευγένιος Βουρεξάκης ζώνεται τα άρματα και μια ομάδα επαναστατών μάχεται σαν άλλος Αθανάσιος Διάκος στο Γαζανό Ποταμό.
Από τους πυκνούς σπαθισμούς σπάει το γιαταγάνι και τότε περικυκλώνεται από 40 Τούρκους που του κόβουν το κεφάλι το οποίο μεταφέρουν στις γειτονιές της πόλης του Ηρακλείου, για να τηρηθεί το κτηνώδες έθιμο, και πεταχτεί στα σκουπίδια. Μετά την ανεύρεση της κεφαλής παραδόθηκε από χριστιανούς στη μονή όπου φυλάσσεται μέχρι και σήμερα. Ο τάφος του βρίσκεται εκεί. Ένας άλλος απέριττος τάφος φιλοξενεί τα οστά του νεαρού τότε αλλά γενναίου και τολμηρού μαχητή Ηρακλή Κοκκινίδη που σκοτώθηκε στο Γάζι πολεμώντας τον κατακτητή. Στον ίδιο χώρο είναι θαμμένος και ο οπλαρχηγός πατέρας του Νικόλαος Κοκκινίδης. Άλλα αξιόλογα μοναστήρια του νομού είναι το Γοργολαΐνη, το Βροντήσι, ο Κουδουμάς, ο Άγιος Παντελεήμονας στο Φόδελε του Καλλέργη Αγ. Ειρήνης Καλυβιανής Σπηλιώτισσα κ.α.
ΣΠΗΛΑΙΑ
– ΣΠΗΛΑΙΟ ΣΑΡΧΟΥ
Βρίσκεται δυτικά από το χωριό Σάρχος το οποίο απέχει από την πόλη του Ηρακλείου 22 χιλιόμετρα.
Το μήκος του υπολογίζεται σε 420 μέτρα περίπου. Είναι κοίτη παλαιού υπόγειου ποταμού, που σε περίοδο μεγάλων βροχοπτώσεων ενεργοποιείται πάλι και τρέχει ορμητικά από το στόμιο του σπηλαίου,
Όπως αναφέρεται στις επαναστάσεις που έγιναν από το 1794 μέχρι το 1896, το σπήλαιο χρησιμοποιήθηκε ως ασφαλές καταφύγιο για τους χριστιανούς της περιοχής. Περισσότερο χρήσιμο φάνηκε το σπήλαιο στην επανάσταση του 1866-69. Πολλά γυναικόπαιδα και τραυματίες είχαν καταφύγει τότε στο σπήλαιο για να σωθούν. Τη φρούρηση είχε αναλάβει ο Σαρχιανός Ζαχαρίας Φιλιππάκης με 50 οπλοφόρους. Η πολιορκία του σπηλαίου άρχισε αρκετές ημέρες χωρίς αποτέλεσμα. Οι Τούρκοι τοποθέτησαν εύφλεκτες ύλες στο στόμιο του σπηλαίου και έβαλαν φωτιά.
Το ρεύμα όμως του αέρα που κινούνταν προς τα έξω έδιωχνε τους καπνούς και τις φωτιές. Η φωτιά μεταδόθηκε στο συνεχόμενο δάσος και ανάγκασε τους Τούρκους να υποχωρήσουν. Το σπήλαιο απέτρεψε την επανάληψη του δράματος της Μιλάτου και του Μελιδονίου.
Μετά από συνεννόηση συναντήθηκαν ο Φιλιππάκης με τον Ρεσίτ Πασά υπογράφτηκε τιμητικό για τους αμυνόμενους πρωτόκολλο και αποχώρησε ο τουρκικός στρατός. Το γεγονός αυτό έγινε πολύ γνωστό και είχε μεγάλη απήχηση στον κρητικό αγώνα.
– ΜΑΡΜΑΡΟΣΠΗΛΙΟΣ Η ΧΑΪΝΟΣΠΗΛΙΟΣ
Βρίσκεται κοντά στο χωριό Καμαράκι Μαλεβιζίου που απέχει από το Ηράκλειο 24 χιλιόμετρα.
Οι μεγάλοι σταλαγμίτες και οι ογκώδεις στήλες του σπηλαίου που σε πολλά μέρη της Κρήτης λέγονται και μάρμαρα, έδωσαν το όνομά τους στο σπήλαιο. Το άλλο όνομα έχει σχέση με τους Χαϊνιδες (οι κλέφτες της υπόλοιπης Ελλάδας) που ζούσαν στα βουνά και πολεμούσαν.
Το σπήλαιο ήταν καταφύγιο των ΧαΪνηδων και σ’ αυτό είχε την έδρα του ο καπετάν Παλμέτης. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιάννης Παντερής και είχε γεννηθεί στο Καμαράκι το 1790. Υπήρξε τιμωρός των Τούρκων και στην επανάσταση του 1821 είχε πρωταγωνιστικό ρόλο. Όταν τελείωσε η επανάσταση πήγε και πολέμησε στην υπόλοιπη Ελλάδα και επιστρέφοντας στην Κρήτη με ελληνικό διαβατήριο από το κομμάτι της ελεύθερης Ελλάδας τον έπιασαν οι Τούρκοι στο Ηράκλειο και αφού τον σκότωσαν πέταξαν το πτώμα του στη θάλασσα. Άλλα σπουδαία σπήλαια που παρουσιάζουν αρχαιολογικό, ιστορικό και πνευματικό ενδιαφέρον, είναι τα σπήλαια Ειλειθυΐας, Αγ. Παρασκευής, Αρκαλοχωρίου, Καμηλαρίου, Χωστού νερού, Καμαρών, Τράπεζας, Φανερωμένης, Αγίας Φωτεινής, Δόξας, Αρκαλόσπηλιος κ.α.

Επιστροφή στο18ο τεύχος Ην-Ων