Παντελής Πρεβελάκης
Ρεθεμνιώτης Κρητικός Λογοτέχνης
Καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης
Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών
Καλλιέργησε όλα σχεδόν τα είδη της λογοτεχνίας, συγγράφοντας πεζά, ποιητικά και θεατρικά έργα, ο Ρεθεμνιώτης Κρητικός λογοτέχνης και Καθηγητής της Ιστορίας της Τέχνης στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών Παντελής Πρεβελάκης.
Μετέφρασε πλήθος κειμένων από τις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες και διακρίθηκε στην δοκιμιογραφία και στη συγγραφή επιστημονικών συγγραμμάτων στην ιστορία της τέχνης, ειδικά στην τέχνη της Ιταλικής Αναγέννησης. Είναι όμως περισσότερο γνωστός ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της πεζογραφίας της Γενιάς του ΄30, ενώ υπήρξε πολύ στενός φίλος του Νίκου Καζαντζάκη.
Ο Κρητικός λογοτέχνης πρωτοεμφανίστηκε ως ποιητής, το 1928, με το επύλλιο Στρατιώτες, που αναφέρεται στους κρητικούς στρατιώτες που πολέμησαν στην Μικρασιατική εκστρατεία. Την ίδια χρονιά δημοσίευσε και το δεύτερο έργο του, θεατρικό αυτή τη φορά, το μονόπρακτο Ο μίμος. Τα επόμενα χρόνια ως το 1937 διέκοψε προσωρινά τη λογοτεχνική του δράση: ήταν τα χρόνια που σπούδαζε στο Παρίσι (1930-1932), εκπονούσε τη διδακτορική διατριβή του και προσπαθούσε να αποκατασταθεί επαγγελματικά στο Πανεπιστήμιο. Κατά το διάστημα εκείνο εξέδωσε τις μελέτες Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (1930) και Δοκίμιο γενικής εισαγωγής στην ιστορία της τέχνης (1934).
Το 1937 πραγματοποίησε συγγραφική στροφή προς την πεζογραφία, με Το χρονικό μιας Πολιτείας. Έκτοτε ασχολήθηκε συστηματικά με τον πεζό λόγο και έγραψε συνολικά 11 μυθιστορήματα, δεν εγκατέλειψε όμως ούτε την ποίηση ούτε το θέατρο: δημοσίευσε άλλες τρεις ποιητικές συλλογές και την ποιητική σύνθεση Νέος Ερωτόκριτος και 9 θεατρικά έργα.
Το πρώτο έργο του Πρεβελάκη ήταν η μυθιστορία Το χρονικό μιας Πολιτείας, ένα οδοιπορικό στο Ρέθυμνο των ετών 1898-1924. Το επόμενο μυθιστόρημά του, Ο θάνατος του Μέδικου (1939), είναι το μόνο έργο του που δεν διαδραματίζεται στην Κρήτη. Τοποθετείται στην Φλωρεντία την εποχή της Αναγέννησης και πραγματεύεται το θέμα του θανάτου ως προσωπικής επιλογής και πράξης εκδήλωσης της ατομικής ελευθερίας.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου δεν δημοσίευσε κανένα έργο, όμως επεξεργάστηκε τα επόμενα έργα, το Παντέρμη Κρήτη και την τριλογία Ο Κρητικός.
Η Παντέρμη Κρήτη (δημοσίευση το 1945) είναι, όπως αναφέρει και ο υπότιτλος, χρονικό της κρητικής εξέγερσης του 1866. Η τριλογία Ο Κρητικός (1948-1950) μπορεί να θεωρηθεί ως οργανική συνέχεια της Παντέρμης Κρήτης. Το πρώτο μέρος παρουσιάζει τον κεντρικό ήρωα, τον Κωνσταντή, από τη γέννησή του ως την ενηλικίωσή του. Το δεύτερο μέρος, Η πρώτη λευτεριά, αναφέρεται στα γεγονότα των χρόνων 1895-1898, που οδήγησαν στην εγκαθίδρυση του καθεστώτος αυτονομίας της νήσου (αυτό συμβολίζει και ο τίτλος). Το τρίτο μέρος, Η πολιτεία, παρουσιάζει τις προσπάθειες των Κρητών να οργανώσουν τη διακυβέρνηση και να διευρύνουν και τα γεγονότα τα σχετικά με το Κίνημα του Θερίσου.
Η εργογραφία του είναι ποίηση, πεζογραφία, θέατρο και δοκίμια.
Βιογραφικό
Γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1909 στο Ρέθυμνο. Εκεί έζησε μέχρι 17 ετών. Το 1926 μετακόμισε στην Αθήνα και γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1928 μεταγράφηκε στη Φιλοσοφική Σχολή και το 1930 αναχώρησε για σπουδές στο Παρίσι. Εκεί φοίτησε στη Σχολή Γραμμάτων της Σορβόννης και στο Ινστιτούτο Τέχνης και Αρχαιολογίας.
Μετά της επιστροφή του στην Ελλάδα το 1932 ασχολήθηκε με τη διδακτορική διατριβή του, που υποβλήθηκε το 1935 στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Παράλληλα διεκδίκησε την έδρα της Ιστορίας της Τέχνης στο ίδιο Πανεπιστήμιο και την ίδια χρονιά εξελέγη στην έδρα Ιστορίας της νεότερης Τέχνης, ο διορισμός του όμως δεν εγκρίθηκε για πολιτικούς λόγους.
Το 1937 διορίστηκε Διευθυντής Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας, με γενικό διευθυντή τον Κωστή Μπαστιά, το 1938 άρχισε να διδάσκει στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και το 1939 εξελέγη καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Το 1939 έγινε μέλος της πρώτης Επιτροπής απονομής Κρατικών Λογοτεχνικών Βραβείων.
Στον πόλεμο του 1940 υπέβαλε δύο φορές το αίτημα να καταταγεί ως εθελοντής, αλλά απορρίφθηκε. Εξέφρασε όμως με τον δικό του τρόπο την αντίστασή του: αγωνίστηκε για τη διάσωση των εκθεμάτων των Μουσείων και διέκοψε τη δημοσιοποίηση έργων του.
Μετά τον πόλεμο συνέχισε την ακαδημαϊκή διδασκαλία και την πνευματική και πολιτιστική δραστηριότητα. Κατά τη διάρκεια της επταετίας αρνήθηκε διάφορες θέσεις και διακρίσεις που του απένειμε η δικτατορική κυβέρνηση και διέθετε τα νέα έργα του εκτός εμπορίου (Νέος Ερωτόκριτος, Αντίστροφη Μέτρηση).
Το 1977 βραβεύθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών και την ίδια χρονιά έγινε ακαδημαϊκός. Πέθανε στην Αθήνα το 1986.