Μέχρι το 2030 η ζήτηση του αλιευτικού προϊόντος θα διπλασιασθεί, ενώ η αλιεία υφίσταται τις συνέπειες από την μόλυνση του περιβάλλοντος

ΤΟΥ ΕΥΡΩΒΟΥΛΕΥΤΗ
κ. Ι. ΓΚΛΑΒΑΚΗ

Η Κρήτη έχει μακρά παράδοση στην αλιεία. Η επαγγελματική αλιεία οργανώθηκε για πρώτη φορά στην νήσο, κατά τα ιταλικά πρότυπα, στις αρχές του περασμένου αιώνα. Τα αλιευτικά σκάφη της Κίσσαμου του Νομού Χανίων ήταν από τα πρώτα που είχαν μηχανές κατά την διάρκεια της δεκαετίας 1920 – 1930.
Η αλιεία μέχρι και σήμερα είναι σημαντικός κλάδος πρωτογενούς παραγωγής στην χώρα μας και  αποτελεί περίπου το 4% του Ακαθάριστου Γεωργικού Προϊόντος ενώ αντιπροσωπεύει το 0,5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ). Προσφέρει απασχόληση σε πολίτες νησιωτικών και απομακρυσμένων περιοχών όπου δεν υπάρχουν εναλλακτικές επιλογές και μαζί με την ιχθυοκαλλιέργεια έχει ιδιαίτερη οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική αλλά και πολιτιστική σημασία.
Η αλιεία αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζει σε παγκόσμιο επίπεδο δύο κύρια προβλήματα που απειλούν την βιωσιμότητά της. Το ένα είναι η υπεραλίευση και το άλλο η ρύπανση των θαλασσών.
Το ζήτημα της υπεραλίευσης έχει απασχολήσει έντονα την επιστημονική κοινότητα τα τελευταία 15 χρόνια. Η εξέλιξη της τεχνολογίας έδωσε τη δυνατότητα εκμετάλλευσης των θαλάσσιων πόρων με ρυθμούς πολύ μεγαλύτερους από αυτούς της αναπαραγωγής τους. Οι θάλασσες και οι ωκεανοί όλης της γης είναι χωρισμένοι σε 24 αλιευτικά πεδία, εκ των οποίων τα εννέα έχουν καταρρεύσει. Υπολογίζεται ότι η παγκόσμια αλιευτική παραγωγή έχει τετραπλασιαστεί τα τελευταία 40 χρόνια ενώ εκτιμάται ότι μέχρι το 2030 η ζήτηση για αλιευτικά προϊόντα θα διπλασιαστεί. Μόνο στη Μεσόγειο, η αλιεία έχει αυξηθεί από το 1970 κατά 50%, με αποτέλεσμα ένα μέρος της ζήτησης να καλύπτεται από την ιχθυοκαλλιέργεια.
Η υπεραλίευση όμως δεν επηρεάζει μόνο τα αποθέματα ψαριών, αλλά ολόκληρο το θαλάσσιο οικοσύστημα. Το ζητούμενο συνεπώς δεν είναι να προστατέψουμε μόνο τα ιχθυοαποθέματα, αλλά και το περιβάλλον μέσα στο οποίο ζουν, διότι ακόμα και αν σταματήσουμε την αλίευση, τα αποθέματα δεν θα μπορέσουν να αναπαραχθούν σε ένα περιβάλλον που έχει υποστεί ανεπανόρθωτες βλάβες. Τέτοιου είδους βλάβες έχει προκαλέσει η χρήση ακατάλληλων αλιευτικών μεθόδων. Πρόκειται για σημαντική αιτία που οδηγεί στη μείωση των ιχθυαποθεμάτων. Για παράδειγμα όταν χρησιμοποιούνται δίχτυα με μέγεθος ματιού μικρότερο από το επιτρεπόμενο το αποτέλεσμα είναι να αλιεύονται νεαρά ψάρια που λόγω μεγέθους δεν έχουν εμπορική αξία και απορρίπτονται νεκρά πίσω στη θάλασσα. Η πρακτική αυτή έχει αντίκτυπο στην ανάπτυξη των ιχθύων και στην διατήρηση των αποθεμάτων. Ακόμα καταστρεπτικότερες συνέπειες έχουν τα συρόμενα εργαλεία. Σε έρευνα που έγινε στην ανατολική
Μεσόγειο απέδειξε ότι κατά την διάρκεια συλλογής 162 θαλασσίων ειδών (ψαριών, οστρακοειδών κ.α) με μηχανότρατα, μόλις τα δύο ήταν στοχευόμενα είδη, τα 34 ήταν παρεμπίπτοντες οργανισμοί ποικίλης εμπορικής αξίας και τα 126 ήταν ανεπιθύμητα είδη. Είναι χαρακτηριστικό ότι μεταξύ των ανεπιθύμητων αλιευμάτων ήταν κοράλλια και άλλοι οργανισμοί που υπάρχουν στο βυθό και που αποτελούν φυσικό καταφύγιο πολλών άλλων ειδών που ζουν στη θάλασσα.
Το άλλο μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει ο κλάδος της αλιείας είναι η ρύπανση. Αν και η αλιεία δεν αποτελεί πηγή ρύπανσης, υφίσταται τις συνέπειες από την μόλυνση που προκαλούν άλλες δραστηριότητες όπως η βιομηχανία, η ναυτιλία, οι μεταφορές, η γεωργία και ο τουρισμός. Ας μην ξεχνάμε ότι οι αλιείς είναι οι πρώτοι που αντιλαμβάνονται τις συνέπειες της θαλάσσιας καταστροφής.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι «μαύρες παλίρροιες» που προκαλούν τα ναυτικά ατυχήματα. Αξίζει να θυμηθούμε ότι όταν το 2002 το Prestige βυθίστηκε στα ανοιχτά των Ισπανικών ακτών ρυπάνθηκαν περίπου 1.000 χλμ. της ακτογραμμής μιας περιοχής που εξαρτάται οικονομικά από την αλιεία και την ιχθυοκαλλιέργεια. Εκτιμάται ότι 41.600 άνθρωποι εξαρτιόνταν άμεσα από τον θαλάσσιο πλούτο, ενώ σε ορισμένες περιοχές έως και το 47,2% του ενεργού πληθυσμού απασχολούνταν με την αλιεία και την ιχθυοκαλλιέργεια. Τότε, 6.000 σκάφη παράκτιας αλιείας διέκοψαν την επαγγελματική τους δραστηριότητα  και στην συνέχεια όταν αναστάλθηκε ο περιορισμός η παραγωγή ήταν μειωμένη λόγω της οικολογικής καταστροφής που είχε προκληθεί. Σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία η πλήρης αποκατάσταση των μολυσμένων θαλασσίων περιοχών  θα πραγματοποιηθεί τα επόμενα 25 χρόνια.
Πρέπει να σημειωθεί  ότι εάν συνέβαινε παρόμοια οικολογική καταστροφή  στην βόρεια ακτογραμμή της Κρήτης, δηλαδή από τα Χανιά μέχρι τον Άγιο Νικόλαο, η οικονομία του νησιού κυριολεκτικά θα καταστρεφόταν, αφού εκτός από την αλιεία καμία άλλη παράκτια δραστηριότητα δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί, λόγω της ιδιομορφίας του περιβάλλοντος.
Από το 2002 όταν η Ευρωπαϊκή Ένωση αναθεώρησε την Κοινή Αλιευτική Πολιτική, υιοθετήθηκαν μέτρα που στοχεύουν στην διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων αλλά και στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος. Για παράδειγμα απαγόρευσε την αλιεία σε περιόδους και περιοχές όπου τα ψάρια αναπαράγονται, μεγάλωσε το μέγεθος των ματιών των διχτυών για να μπορούν να διαφεύγουν τα μικρά ψάρια ενώ παράλληλα επιβάλλει την σταδιακή μείωση του ευρωπαϊκού στόλου. Με τον τρόπο αυτό εξασφαλίζεται  η δυνατότητα άσκησης του επαγγέλματος και στο μέλλον.
Είναι λογικό από τη πλευρά τους οι αλιείς να μην είναι ευχαριστημένοι με τους περιορισμούς της Κοινής Αλιευτικής Πολιτικής και να αντιδρούν. Όλοι αυτοί οι περιορισμοί έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση του ανταγωνισμού μεταξύ τους αφού ο ίδιος αριθμός επαγγελματιών πρέπει να μοιραστεί μικρότερες ποσότητες αλιευμάτων. Παρόλο που οι επαγγελματίες αλιείς έχουν συνειδητοποιήσει ότι τα αποθέματα έχουν μειωθεί, είναι συχνά δύσκολο να τους πείσουμε να εφαρμόσουν αυτά τα μέτρα, ιδίως όταν οι συνάδελφοί τους των γειτονικών χωρών δεν υπόκεινται στους ίδιους περιορισμούς και αλιεύουν ανεξέλεγκτα. Για παράδειγμα η Μεσόγειος βρέχει 23 χώρες ενώ μόνο έξη είναι ΚΜ. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό  ότι αν δεν εφαρμόσουν όλοι οι στόλοι τα ίδια μέτρα τότε δεν θα επιτύχουμε το επιθυμητό αποτέλεσμα. Οι Έλληνες αλιείς αντιμετωπίζουν αυτό το πρόβλημα με τους Τούρκους συναδέλφους τους. Σε ορισμένες περιπτώσεις η ελληνική νομοθεσία είναι πιο αυστηρή και από την κοινοτική. Είναι πολύ σημαντικό να πείσουμε όλες τις χώρες που δραστηριοποιούνται στη Μεσόγειο να αλιεύουν με σεβασμό προς το περιβάλλον. Ο Επίτροπος Αλιείας κ. Joe Borg δεσμεύτηκε να κάνει ότι μπορεί προς αυτή την κατεύθυνση. Προσωπικά έχω κάνει ήδη αρκετές ενέργειες υποβάλλοντας συνεχώς ερωτήματα προς τον κ. Επίτροπο για την ισότιμη αντιμετώπιση όλων των αλιευτικών στόλων.
Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι η οικολογική ισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης της αλιείας δεν έχει φθάσει ακόμη σε ικανοποιητικό επίπεδο. Από τη μία η ζήτηση αυξάνεται συνεχώς ενώ από την άλλη τα αποθέματα μειώνονται, και παρόλο που η υδατοκαλλιέργεια παίζει σημαντικό ρόλο για την επίτευξη αυτής της ισορροπίας, η ρύπανση των θαλασσών πολλές φορές  τείνει να την ανατρέψει.
Πιστεύω όμως ότι ήμαστε σε πολύ καλό δρόμο και ότι σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν γίνει σημαντικά βήματα προόδου. Από την μια έχουν υλοποιηθεί κατάλληλα μέτρα για την προστασία των ιχθυαποθεμάτων και από την άλλη έχει υιοθετηθεί μια πολλά υποσχόμενη στρατηγική για την ολοκληρωμένη προστασία του θαλάσσιου πλούτου. Το μόνο που χρειαζόμαστε είναι την αποτελεσματικότερη εφαρμογή τους.

Πηγή 2ο τεύχος Ην-Ων

Written by