Την ανάγκη να καλυφθεί άμεσα το κενό που εντοπίζεται στη μελέτη καλλιεργειών ξηρών καρπών (αμυγδαλιά, καρυδιά, καστανιά, φιστικιά) στην Ελλάδα, ώστε να δοθούν φιλοπεριβαλλοντικές και οικονομικές λύσεις στους παραγωγούς, που τα τελευταία χρόνια στρέφονται ολοένα και περισσότερο στην παραγωγή τους, υπογράμμισε, ο καθηγητής Δενδροκομίας στο πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Γεώργιος Νάνος.
Η καλλιέργεια των ξηρών καρπών (αμυγδαλιά, καρυδιά, καστανιά, φιστικιά) επεκτείνεται στην Ελλάδα με γοργούς ρυθμούς, «λόγω της πιθανής υψηλής στρεμματικής προσόδου και της, θεωρητικά, ευκολίας διαχείρισης των καρπών» υπογράμμισε και τόνισε ότι με την εγκατάσταση νέων δενδρώνων με αυτά τα είδη, καταγράφεται πλέον έντονα η ανάγκη υποστήριξης των καλλιεργητών σε θέματα διαχείρισης της καλλιέργειας και των προϊόντων της.
«Πολλές φορές η επιστημονική κοινότητα έχει κατηγορηθεί ότι κάνει έρευνα για θέματα που δεν ταυτίζονται με τις ανάγκες της αγροτικής παραγωγής ή το αντίθετο, οι ανάγκες της παραγωγής δεν καλύπτονται από την επιστημονική κοινότητα και τις γνώσεις που δημιουργεί» τόνισε ο κ. Νάνος και συμπλήρωσε ότι κατά τις προηγούμενες δεκαετίες έγιναν πολλά σε θέματα καλλιέργειας και κατανόησης της λειτουργίας, κυρίως της φιστικιάς και ελάχιστα της αμυγδαλιάς.
Πρόσθεσε ότι είχαν επίσης μελετηθεί αρκετά το διαθέσιμο γενετικό υλικό καρυδιάς και φιστικιάς, ενώ σήμερα, όπως διευκρίνισε, γίνονται κάποιες προσπάθειες στο θέμα του γενετικού υλικού της καστανιάς, ενώ ιδιώτες μελετούν την προσαρμοστικότητα του εισαγόμενου γενετικού υλικού της αμυγδαλιάς.
Στον αντίποδα, κατά τον κ. Νάνο, η σημερινή καλλιέργεια της φιστικιάς έχει, σε μεγάλο βαθμό, στηριχθεί σε παλιότερα επιστημονικά δεδομένα, ενώ ζητήματα καλλιέργειας της καρυδιάς και αμυγδαλιάς δεν μελετώνται. Πάντως, «η μετασυλλεκτική μεταχείριση των ξηρών καρπών μελετάται αρκετά τα τελευταία χρόνια» σημείωσε χαρακτηριστικά.