Του Γιώργου Ατσαλάκη
και της Ιωάννας Ατσαλάκη
Η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει τέσσερις φορές στο παρελθόν, η Γερμανία πτώχευσε στο μεσοπόλεμο και μεταπολεμικά και η Βρετανία το 1945. Οι πιο πρόσφατες χρεοκοπίες ήταν της Ρωσίας και της Αργεντινής το 2002.
Η πρώτη χρεοκοπία της Ελλάδας έγινε το 1827 λίγο μετά την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα του 1821. Χωρίς να υπάρχει επίσημα το ελληνικό κράτος, οι επαναστάτες αδυνατούσαν να πληρώσουν χρέος 2,8 εκατομμύρια αγγλικών λιρών της εποχής εκείνης.
Το 1843 ήρθε η δεύτερη πτώχευση καθώς και πάλι η Ελλάδα αδυνατούσε να πληρώσει τα δάνεια που είχε λάβει από τις Μεγάλες Δυνάμεις.
Το 1893 ο Χαρίλαος Τρικούπης ανακοίνωσε την περίφημη φράση «κύριοι, δυστυχώς επτωχεύσαμεν». Η Ελλάδα αδυνατούσε να πληρώσει εξωτερικά χρέη 585,4 εκατομμύριων φράγκων.
Η μικρασιατική καταστροφή του 1922 και η απορρόφηση των προσφύγων οδήγησε σε υπερβολικό δανεισμό το ελληνικό κράτος με αποτέλεσμα η Ελλάδα να χρεοκοπήσει και πάλι το 1932 με συνολικό χρέος προς το εξωτερικό 2.886,1 εκατομμύρια χρυσά φράγκα.
Τα παραπάνω δάνεια τελικά αποπληρώθηκαν το 1967, τριάντα πέντε χρόνια μετά….
Πολλές φορές τα οικονομικά κραχ μειώνουν το βιοτικό επίπεδο των λαών όπως και οι χρεοκοπίες.
Η πιο μαύρη Πέμπτη της παγκόσμιας οικονομικής ιστορίας ήταν η 24η Οκτωβρίου του 1929, η ημέρα του μεγάλου κραχ του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης. Οι συνέπειες της απότομης και παρατεταμένης τριετούς πτώση των τιμών των μετοχών ήταν τεράστιες για την αμερικανική και την παγκόσμια οικονομία για ολόκληρη την δεκαετία του 1930. Η παρατεταμένη ανεργία και η οικονομική ανέχεια εξέθρεψαν κοινωνικές ανισότητες και αναταραχές στους λαούς, οι οποίες προλείαναν το έδαφος για την εμφάνιση ακραίων κοινωνικών φαινομένων όπως η άνοδος του φασισμού σε πολλά κράτη.
Ο δείκτης Dow Jones έχασε 9% την μαύρη Πέμπτη 24/10/1929. Την επόμενη Τρίτη έχασε 12% και η αγορά έχασε συνολικά 14 δισ. δολ. από την αξία της. Μια εβδομάδα μετά, οι απώλειες έφταναν σε 30 δισ. δολ., που αντιστοιχούν σε δέκα φορές τον ετήσιο προϋπολογισμό της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και πολλές φορές περισσότερα από όσα είχαν ξοδέψει οι ΗΠΑ στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μετά το κραχ ο Dow Jones ανέκαμψε για λίγο στις αρχές του 1930, ξανακυλώντας στη συνέχεια σε νέα χαμηλά στις 8 Ιουλίου 1932 (το χαμηλότερο επίπεδο από το 1800). Η αγορά επέστρεψε στα προ του 1929 επίπεδα πριν από τα τέλη του 1954 (μετά από 25 χρόνια).
Από το 1921 μέχρι το 1929, ο δείκτης Dow Jones σκαρφάλωσε από τις 60 στις 381,17 μονάδες (3/9/1929), με την αξία των μετοχών να ενισχύεται κατά 218,7%, ποσοστό ισοδύναμο με μέσο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης 18%. Από το 1929 μέχρι το 1932, οι μετοχές στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης είχαν απολέσει το 73% της αξίας τους.
Ο σκοτεινός κερδοσκοπικός ρόλος των τραπεζών με τις ανεξέλικτες πιστώσεις που χορηγούσαν υπήρξε η γενεσιουργός αιτία του κραχ.
Οι τράπεζες και οι θυγατρικές χρηματιστηριακές τους, στις οποίες δάνειζαν αφειδώς κεφάλαια, λειτουργούσαν χωρίς κανένα έλεγχο. Οι επενδυτές είχαν την αίσθηση ότι θα μπορούσε να τους προστατεύει η ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ, η οποία ιδρύθηκε το 1913. Η μη ύπαρξη όμως μιας Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, ούτε βέβαια μιας υπηρεσίας που να εγγυάται τις καταθέσεις των πολιτών είχε ως συνέπεια οι επενδυτές να βρίσκονται στο έλεος αδυσώπητων τραπεζιτών-κερδοσκόπων οι οποίοι εκμεταλλευόταν την ισχυρή τους οικονομική και κοινωνική θέση για να καταχραστούν τους μηχανισμούς της αγοράς, σε βάρος των λοιπών επενδυτών, χωρίς κανένα ηθικό φραγμό. Από το 1925 έως το 1929, το 10% των αμερικάνικων νοικοκυριών επένδυαν στο χρηματιστήριο, κατόπιν και της προτροπής του Προέδρου Ρούσβελτ.
Πολλές τράπεζες που είχαν τοποθετήσει τα χρήματα των πελατών τους σε μετοχές, μέσω θυγατρικών τους χρηματιστηριακών εταιριών, για να αποκομίσουν μεγαλύτερα κέρδη, αντιμετώπισαν δυσεπίλυτα προβλήματα και κήρυξαν πτώχευση. Το 1930, εννέα εκατομμύρια λογαριασμοί αποταμιεύσεων εκμηδενίστηκαν και 85.000 επιχειρήσεις κήρυξαν πτώχευση. Μέχρι το 1932, οι άνεργοι έφθαναν τα 14 εκατομμύρια, συσσίτια, θάνατοι από την πείνα, παραγκουπόλεις για όσους είχαν χάσει τα σπίτια τους, αποτελούσαν καθημερινές εικόνες για πολλά χρόνια. Συνολικά 23.000 άτομα αυτοκτόνησαν. Χρειάστηκε ένας ακόμη παγκόσμιας πόλεμος για να οδηγήσει τις ΗΠΑ και τον υπόλοιπο κόσμο έξω από την ύφεση του 1929.
Υπολογίζεται ότι λόγο του κραχ του 1929, περίπου 11.000 από τα 25.000 χρηματοπιστωτικά ιδρύματα των ΗΠΑ πτώχευσαν, αλλά αυτά που οδηγήθηκαν σε κατάρρευση δεν ήταν όμιλοι που έπαιζαν κομβικό ρόλο στο σύστημα.
Συμφώνα με τον δικαστή Πεκόρα, ο οποίος διερεύνησε το κραχ του 29, τρεις ήταν οι κύριοι συνένοχοι του κραχ:
Α) Ο Τζάκ Μόργκαν ο οποίος προερχόταν από οικογένεια τραπεζιτών με πλούσια δράση στην οικονομική ζωή των ΗΠΑ. Ήταν ένας από τους 11 τραπεζίτες που εισηγήθηκαν την ίδρυση της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ. Κατά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο δάνεισε 50 εκατ. δολάρια στην Γαλλία και 12 εκατ. στην Ρωσία. Υπήρξε ο αποκλειστικός μεσάζων σε όλες τις αγορές πυρομαχικών των Βρετανών από τις ΗΠΑ. Η τράπεζα του είχε λίστα προνομιακών πελατών η οποία αποτελούταν από υψηλόβαθμους αξιωματούχους του κυβερνητικού δικαστικού και νομοθετικού σώματος της χώρας (υπουργοί κλπ). Ένα από τα προνόμια των αξιωματούχων της λίστας ήταν η αγορά μετοχών σε τιμές χαμηλότερες (με έκπτωση ακόμα και 50%) από την τιμή που διαπραγματευόταν στο χρηματιστήριο. Αποδείχτηκε ότι τα τρία χρόνια του κραχ, δεν είχε πληρώσει καθόλου φόρο εισοδήματος.
Άνθρωποι της τράπεζας αυτής κατάφεραν και πρόλαβαν να πουλήσουν 1.900.000 μετοχές, χρησιμοποιώντας κάθε τρόπο, προς μέση τιμή 340$ ανά μετοχή. Σε λίγους μήνες η τιμή της μετοχής είχε φθάσει στα 30$.
Β) Ο Τσάρλι Μίτσελ, πρόεδρος της σημερινής City bank. Ενώ είχε λάβει 3,5 εκατ. δολάρια ως μπόνους την κρίσιμη τριετία δεν πλήρωσε καθόλου φόρο εισοδήματος καθόσον δήλωσε 2,8 εκατ. δολάρια ζημιά. Προκάλεσε ηθικά με την πώληση 18.300 μετοχών της City bank το 1929 στην σύζυγο του προς 212$ τη μια και την επαναγορά τους στην ίδια τιμή το 1932, ενώ η τιμή της στο χρηματιστήριο ήταν 42,5$ (για να παρουσιάσει αυξημένα έξοδα). Παράλληλα ήταν και πρόεδρος της ομοσπονδιακής τράπεζας των ΗΠΑ. Ενώ η ομοσπονδιακή τράπεζα των ΗΠΑ είχε συστήσει να σταματήσουν οι τράπεζες να δανείζουν τις θυγατρικές τους χρηματιστηριακές, η σύσταση αυτή δεν εμπόδισε την τράπεζα του να δανείσει τις θυγατρικές χρηματιστηριακές της με 25 εκατ. δολάρια για την «στήριξη» της αγοράς.
Γ) Ο Άλμπερτ Βίγκιν, πρόεδρος της Chase National Bank στοιχημάτισε την πτώση της τιμής της ίδιας της εταιρίας του παίζοντας 42.506 μετοχές. Από την συναλλαγή αυτή κέρδισε 4 εκατ. δολάρια για τα οποία δεν πλήρωσε φόρο εισοδήματος.
Οι παραπάνω τρεις πρωταγωνιστές με τις τράπεζες τους, ήταν όχι μόνο οι ηθικοί αυτουργοί του αδηφάγου συστήματος που δημιούργησε το κραχ, αλλά αποτελούσαν το ίδιο το «σύστημα».
Το πόρισμα Πεκόρα αποτέλεσε την απαρχή για την δημιουργία της επιτροπής κεφαλαιαγοράς και την νομοθεσία για την εγγύηση των καταθέσεων. Με το νομοσχέδιο των Γκλας-Στίγκαλ διαχωρίστηκε ο ρόλος των επενδυτικών από τις εμπορικές τράπεζες. Απαγορεύθηκε στις εμπορικές τράπεζες να επενδύουν στο χρηματιστήριο και να διαπραγματεύονται πάσης φύσεως τίτλους (μετοχές, ομόλογα κλπ). Η απαγόρευση αυτή καταργήθηκε το 1999 από την κυβέρνηση Κλίντον έπειτα από 70 έτη. Έτσι επανήλθε η δημιουργία μεγάλων χρηματοπιστωτικών ομίλων με πολλαπλές δραστηριότητες από τον χώρο, τόσο των εμπορικών όσο και των επενδυτικών τραπεζών. Σήμερα και πάλι εξ αιτίας των ανεξέλεγκτων πιστώσεων, που δημιούργησαν το κραχ του 1929, αντιμετωπίζουμε μια σημαντικότατη χρηματοπιστωτική κρίση. Η αξιοπιστία των επιτροπών κεφαλαιαγοράς και των κεντρικών τραπεζών αμφισβητείται, καθόσον δεν προσπάθησαν να περιορίσουν τον υπερδανεισμό και την μόχλευση των πιστώσεων εγκαίρως.
Από το 2008, μέχρι σήμερα κολοσσοί όπως η Citigroup και η Bank of America πέρασαν στον έλεγχο του κράτους. Η Merrill Lynch δεν θα επιβίωνε εάν δεν απορροφούνταν από την Bank of America, η οποία την εξαγόρασε αντί 50 δισ. δολαρίων, στο πλαίσιο μιας συμφωνίας που διερευνάται από τις δικαστικές αρχές της Νέας Υόρκης και την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς. Η Bear Stearns, ύστερα από μια 85ετή πορεία, εξαγοράστηκε από την J.P. Morgan Chase αντί του ευτελούς ποσού των 2 δολαρίων ανά μετοχή. Ας μην λησμονούμε, βεβαίως, την περίπτωση της American International Group, η οποία κρατικοποιήθηκε από το ομοσπονδιακό κράτος των ΗΠΑ με 85 δισ. δολάρια των Αμερικανών φορολογουμένων. Ανάλογη τύχη είχαν οι δύο μεγαλύτερες στεγαστικές εταιρείες των ΗΠΑ, Fannie Mae και Freddie Mac. Περισσότερες από 150 τράπεζες έχουν χρεοκοπήσει στις ΗΠΑ τα δυο τελευταία χρόνια.
Το παρήγορο γεγονός σήμερα είναι ότι η συντονισμένη παρέμβαση των κυβερνήσεων για την αποτροπή των χρεοκοπιών των μεγάλων χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και την τόνωση των οικονομιών με επί πλέον ρευστότητα, σε συνδυασμό με τις εγγυήσεις των καταθέσεων, απότρεψαν την επανάληψη των μεγάλων ποσοστών ανεργίας, πτωχεύσεων, αστέγων, απωλειών καταθέσεων και αυτοκτονιών που συνέβησαν το 1929.
Η συνεχιζόμενη όμως, ακόμα και σήμερα στην Ελλάδα, παράλογη έκθεση του κράτους, των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων σε υπερβολικό δανεισμό, αποτελεί παράγοντα υπονόμευσης της υγιούς ανάπτυξης και επιβραδύνει την έξοδο από την ύφεση.
Είναι επιτακτική ανάγκη σήμερα, όλοι οι φορείς και τα κόμματα να συμβάλουν στην επίτευξη του Σταθεροποιητικού Προγράμματος της ελληνικής οικονομίας, ώστε να μην οδηγηθεί ξανά η χώρας σε οικονομικές περιπέτειες.
Πηγή 9ο Τεύχος Ην-Ων