«Η πρακτική της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες είναι και μακρόχρονη και διεθνής. Ως δίαυλοι για τη νομιμοποίηση αυτών των εσόδων χρησιμοποιούνται κατά κανόνα τα πιστωτικά ιδρύματα, οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, οι κεφαλαιαγορές, οι κτηματαγορές, οι εμπορικές επιχειρήσεις, οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις και τα καζίνο» υπογράμμισε ο πρόεδρος του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου κ. Γιάννος Γραμματίδης στο Συνέδριο που διοργάνωσε το Επιμελητήριο για το «Ξέπλυμα βρώμικου χρήματος».
Επιπλέον -συνέχισε- όταν οι διαμεσολαβούντες χρηματοπιστωτικοί φορείς, και ειδικότερα τα πιστωτικά ιδρύματα, χρησιμοποιούνται ως δίαυλοι για τη νομιμοποίηση του προϊόντος εγκληματικών δραστηριοτήτων, η φερεγγυότητα και η σταθερότητα του ενεχόμενου φορέα, αλλά και η αξιοπιστία του χρηματοπιστωτικού συστήματος στο σύνολό του, μπορούν να κλονιστούν σοβαρά, με αποτέλεσμα την απώλεια της εμπιστοσύνης του κοινού σε αυτό. Παράλληλα διευκρίνισε «Η πρώτη κοινοτική πράξη αναφορικά με την καταπολέμηση του οικονομικού εγκλήματος υπήρξε η Οδηγία 91/308/ΕΟΚ για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η εν λόγω Οδηγία απαιτούσε από τα κράτη µέλη να απαγορεύουν τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες. Η ενσωμάτωση της Οδηγίας αυτής στο εσωτερικό μας δίκαιο έγινε το 1995 με τις διατάξεις του νόμου 2331/1995 «για την πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες.
Το 2001 υιοθετήθηκε η δεύτερη Οδηγία 2001/97/ΕΚ για την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ενώ το 2005 η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέδωσε την Οδηγία 2005/60/EK, που επιδιώκει την ομοιόμορφη υιοθέτηση από όλα τα κράτη-μέλη των αναθεωρημένων 40 Συστάσεων της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης, συμπεριλαμβανομένων και των εννέα (9) Ειδικών Συστάσεων για την καταπολέμηση της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Οι 40 Συστάσεις και οι 9 Ειδικές Συστάσεις της Ομάδας αποτελούν ένα περιεκτικό οδηγό για την αντιμετώπιση του ξεπλύματος βρώμικου χρήματος.
Στην Ελλάδα, Η Επιτροπή καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας έχει την γενική εποπτεία και τον έλεγχο όλων των καταγγελιών για ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Υπάρχουν και δημόσιες αρχές οι οποίες εποπτεύουν, για την εφαρμογή των διατάξεων του ν.3691/2008 , τα υπόχρεα πρόσωπα. Αρμόδιες αρχές είναι: α) Η Τράπεζα της Ελλάδος για τις τράπεζες, β) Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για τις ανώνυμες εταιρείες επενδύσεων και αμοιβαίων κεφαλαίων, γ) Η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Τυχερών Παιχνιδιών για τα καζίνο, δ) Το Υπουργείο Δικαιοσύνης για τους συμβολαιογράφους και τους δικηγόρους κοκ. Η τελευταία δημοσιευμένη έκθεση των εμπειρογνωμόνων της Ομάδας Χρηματοοικονομικής Δράσης, καταλογίζει στην ελληνική πολιτεία τα εξής:
– Η Εθνική Αρχή είναι ακατάλληλα δομημένη, έτσι ώστε δεν μπορεί να ασκήσει αποτελεσματικά τα καθήκοντά της.
– Υπάρχει πρόβλημα σχετικά με την ανεξαρτησία και αυτονομία της Εθνικής Αρχής.
– Η Εθνική Αρχή δεν έχει επαρκή και έγκαιρη πρόσβαση σε όλες τις πληροφορίες που έχουν οι οικονομικές και δικαστικές αρχές.
– Επίσης, δεν υπάρχουν επαρκή συστήματα ασφάλειας των πληροφοριών που συλλέγει.
– Η Εθνική Αρχή δεν διαθέτει το κατάλληλο ανθρώπινο δυναμικό και την τεχνική υποδομή, στοιχεία που την οδηγούν σε έλλειψη αποτελεσματικότητας, πράγμα που σημαίνει ότι το συνολικό σύστημα πρόληψης του ξεπλύματος χρήματος πάσχει από αναποτελεσματικότητα.
Μετά την έκθεση των εμπειρογνωμόνων της Ομάδας του Ιουνίου 2007, η χώρα μας έχει τεθεί σε αυστηρή επιτήρηση για τις αδυναμίες στην πρόληψη του ξεπλύματος χρήματος και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα μέλος της Ομάδας που έχει τεθεί σε αυτού του βαθμού την επιτήρηση. Υπό το φως αυτής της κατάστασης ψηφίστηκε ο νόμος 3691/ 2008 «Πρόληψη και καταστολή της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες και της χρηματοδότησης της τρομοκρατίας και άλλες διατάξεις».
Παράλληλα, χαιρετίζουμε τον σχεδιασμό της κυβέρνησης για τον έλεγχο του πόθεν έσχες μέσα από τη δημιουργία μηχανισμού πού θα διενεργεί ελέγχους για να αποκαλύψει κυκλώματα πού ξεπλένουν «μαύρο χρήμα» και τη διαφθορά εντός κι εκτός του δημόσιου τομέα. Η σχεδιαζόμενη νέα μονάδα κρούσης (που θα υπάγεται στον Υπουργό Προστασίας του Πολίτη) θα στελεχωθεί με αστυνομικούς με ειδικές γνώσεις πάνω σε θέματα οικονομίας και χρηματοπιστωτικών συναλλαγών και τεχνολογίας με έμφαση στις συναλλαγές πού πραγματοποιούνται μέσω του διαδικτύου. Η επίλεκτη αυτή μονάδα θα έχει υπερεξουσίες, θα λογοδοτεί μόνον στον Υπουργό και θα έχει πρόσβαση σε τραπεζικούς λογαριασμούς, ενώ δεν θα δεσμεύεται από το φορολογικό απόρρητο».
Πηγή 8ο Τεύχος Ην-Ων