Την Ελλάδα προτιμούν οι Ρώσοι τουρίστες

3ο τεύχος Ην-Ων

ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ
ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ «ΠΕΠ»

Ο μέσο ετήσιος ρυθμός τουριστικής ανάπτυξης στην Ελλάδα μέχρι το 2017 θα φθάσει το 8% σύμφωνα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων (ΙΤΕΠ).
Συνολικά το 91% των τουριστών προτιμούν την Ευρώπη, το 4,2% την Ασία (κυρίως χώρες της Μέσης Ανατολής) και την Αμερική το 2,4%..
Οι 10 κύριες προελεύσεις αλλοδαπού τουρισμού για την Ελλάδα είναι οκτώ χώρες της Δυτικής Ευρώπης, μία χώρα της Ανατολικής Ευρώπης (η Βουλγαρία, που όμως δεν είναι βέβαιο ότι είναι όλοι τους τουρίστες) και η αμερικανική προέλευση.
Από τις παραπάνω προελεύσεις το 69% αφορά το σύνολο των αφίξεων και το 72,5% τους τουρίστες με ευρωπαϊκή προέλευση.
Οι τουριστικές αφίξεις  από την Ευρώπη το 1960 αντιστοιχούσαν το 62,4%, το 1980 το 81% και το 2006 το 91%.
Από τις εννέα Ευρωπαϊκές χώρες, οι επτά είναι πάντοτες παρούσες από το 1980 και μετά ενώ οι ΗΠΑ είναι πάντοτε παρούσες εκτός από το 2000.
Ακόμη αναφέρεται ότι την πενταετία 2000-2005 ο μέσος ετήσιος ρυθμός  ανάπτυξης ήταν 1,6% και το συμπέρασμα οδηγεί στην ανάγκη αναζήτησης και ενεργοποίησης νέων πηγών προελεύσεως προκειμένου να αυξηθούν οι τουριστικές αφίξεις στην Ελλάδα.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΙΤΕΠ η Ευρώπη, μετά τις πολιτικές αλλαγές στις χώρες της  Ανατολικής Ευρώπης, θα αποτελεί πάντα τον κύριο τροφοδότη της Ελλάδας σε τουριστική κίνηση. Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι «η αξιοποίηση των ταχέως διευρυνόμενων δυνατοτήτων της Ν.Α Ασίας θα συμμετείχε στην αύξηση του μεριδίου της τουριστικής κίνησης».
Πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι «λόγω της πληθυσμιακής γήρανσης στην Γερμανία, στο Ην. Βασίλειο, στην Γαλλία και στην Ιταλία εμφανίζεται μείωση του τουριστικού δυναμισμού. Τα άτομα ηλικίας 55-60 ετών έχουν την τάση να ταξιδεύουν σε χώρες όπου θα υπάρχουν πολλές δραστηριότητες με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγαλύτερη ημερήσια δαπάνη».
Μακροπρόθεσμη αξιοποίηση της ανωτέρω δυνατότητας απαιτεί επαγρύπνηση, ευρηματικότητα, αναβάθμιση των υποδομών και έγκαιρη διάγνωση και μελέτη των εξελισσομένων αναγκών της τρίτης ηλικίας.
Επίσης από τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης διαπιστώνεται υψηλός αριθμός προτιμήσεως για τουριστικό προορισμό στην Ελλάδα έναντι των ανταγωνιστριών μεσογειακών χωρών και αυτό αποτελεί αισιόδοξο μήνυμα. Το σχετικό ποσοστό για το 2004 ήταν 27,5% και για το 2005 35,7%. Έτσι η Ελλάδα εμφανίζεται να αποτελεί το δεύτερο προσφιλή μεσογειακό προορισμό σε σχέση με τις άλλες χώρες (η Ιταλία είναι η πρώτη με 37,4% το 2005).
Η Ελλάδα φαίνεται να υστερεί σε δυναμική έναντι των ανταγωνιστριών χωρών, ίσως επειδή οι τελευταίες είχαν χαμηλότερο επίπεδο εκκίνησης, διατηρεί, ωστόσο, αρκετά ισχυρή δυναμική, ώστε να δικαιολογείται υιοθέτηση αισιόδοξης προοπτικής.
Το 2006 οι αφίξεις από τις χώρες που εξετάζονται αυξήθηκαν κατά 17,8% σε σχέση με το 2005, με συνολική αύξηση από όλες τις προελεύσεις της τάξεως του 8,7%. Για την περίοδο 2003-2006 ο μέσος  ρυθμός αυξήσεως αφίξεων στην Ελλάδα ήταν 10,1% έναντι 4% των συνολικών αφίξεων.
Είναι επομένως κρίσιμης σημασίας η έγκαιρη διάγνωση των προτιμήσεων των υποψηφίων τουριστών από τις συγκεκριμένες προελεύσεις και η εντατική προπαρασκευή και οργάνωση υποδοχής αυτών. Διότι ο βαθμός κατά το οποίο θα αυξηθεί η διεύρυνση της βάσεως του αλλοδαπού τουρισμού στην  χώρα μας θα εξαρτηθεί πρωτίστως από την αξιοποίηση αυτής της δυνατότητας.
Πρέπει να σημειωθεί -αναφέρεται στα στατιστικά στοιχεία του ΙΤΕΠ- επιβάλλεται η επίσπευση της προσελκύσεως και ενδυνάμωση της ποιότητας. Ικανοποιημένοι επισκέπτες
-επισημαίνεται- αποτελούν την φθηνότερη και αποτελεσματικότερη διαφήμιση με βάση εμπειρικές μελέτες.
Επίσης κατά την περίοδο 2000-2006 από την Ρωσία οι αφίξεις στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 156% (μέσος ετήσιος ρυθμός 17%) έναντι μέσου ετήσιου ρυθμού 2,7% για το σύνολο των αφίξεων απ΄ όλες τις προελεύσεις και έναντι 10% για τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.
Με βάση -τονίζεται- ένα αισιόδοξο σενάριο μέσου ρυθμού αυξήσεως των αφίξεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση (προ της διευρύνσεως) της τάξεως του 3% θα απαιτηθεί από τις λοιπές ευρωπαϊκές χώρες και τις υπερπόντιες περιοχές μέσος ρυθμός αυξήσεως -αθροιστικά- της τάξεως του 18%προκειμένου να επιτευχθεί μέσο-μακροπρόθεσμος ρυθμός αυξήσεως της τάξεως του 6%. Το σενάριο αυτό υπογραμμίζει τον κρίσιμο ρόλο που θα απαιτηθεί να διαδραματίσει στο μέλλον η ρωσική προέλευση, σε συνδυασμό με την υπερπόντια, κυρίως δε πληθυσμιακά μεγάλες και ταχέως αναπτυσσόμενες χώρες (Κίνα, Ινδία) αλλά και από τις παραδοσιακές προελεύσεις της αμερικανικής ηπείρου.
Το μερίδιο του ευρωπαϊκού μεσογειακού προορισμού στο σύνολο του εξερχόμενου τουρισμού από την Ρωσική Ομοσπονδία είναι συγκριτικά μικρό.
Από τα πρόσφατα στοιχεία προκύπτει ότι το μερίδιο της Ελλάδος από 0,6% το 2004 αυξήθηκε σε 0,9% το 2005. Η αύξηση αυτή είναι σημαντική και ενδεχομένως προϊδεάζει για δυνατότητες μεγάλες και συνεχούς αυξήσεως, υπό όρους αποκλειστικά ελληνικής ευθύνης.
Ο ευρωπαϊκός μεσογειακός προορισμός, ωστόσο, υστερεί σημαντικά σε υποδοχή τουριστών της ρωσικής περιοχής έναντι των λοιπών μεσογειακών χωρών. Στην περίοδο 2000-2004 η πραγματοποιηθείσα αύξηση αφίξεων ήταν 152% για τις λοιπές Μεσογειακές χώρες έναντι 30,7% για τις Ευρωπαϊκές Μεσογειακές χώρες.
Ακόμη – διευκρινίζεται ότι «η αύξηση των ρώσων τουριστών στην Ελλάδα μπορεί να στηριχθεί στις ιστορικώς διαμορφωθείσες φιλικές σχέσεις μεταξύ των δύο λαών και η θρησκευτική ομοδοξία».

Επιστροφή στο 3ο τεύχος Ην-Ων