Πως ζημιώνονται οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες

24ο τεύχος Ην-Ωνν

Του Γιώργου Σ. Ατσαλάκη
Λέκτορα Πολυτεχνείου Κρήτης

Η Ελλάδα στις αρχές της δεκαετίας του 2010, αν και είχε περιορίσει τα δημοσιονομικά ελλείμματα σε μεγάλο βαθμό για να πετύχει στην είσοδο της στην Ευρωζώνη, δεν προχώρησε ως όφειλε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις απαραίτητες για την ενίσχυση της οικονομία της, αλλά απεναντίας, δανειζόμενη, μεγένθυνε σταδιακά τις κρατικές   δαπάνες, χωρίς καν να καταφέρει να πετύχει ανάλογη βελτίωση στην παροχή υπηρεσιών προς τους πολίτες, αυξάνοντας το δημόσιο της χρέος. Το 2009 το κράτος δαπανούσε 70% περισσότερα χρήματα από ότι εισέπραττε!!, ποσό που ισοδυναμεί 18 φορές τον ΕΝΦΙΑ!!.  Η χώρα δεν εκμεταλλεύτηκε την μεγάλη ευκαιρία που της δόθηκε το 2002 να κατευθύνει ένα μεγάλο όγκο χρημάτων στην επιχειρηματικότητα ώστε να γίνει πιο ανταγωνιστική και εξωστρεφής με έμφαση στην ποιότητα των προσφερόμενων προϊόντων και υπηρεσιών.
Επίσης η χώρα μας δεν κατάφερε να οχυρώσει τα δημοσία ταμεία από τις επιθέσεις μικρών αλλά ισχυρών κρατικοδίαιτων ομάδων που με κάθε ευκαιρία εφορμούσαν μέσω της κομματικής διαπλοκής και τα λεηλατούσαν. Ήταν τόσο ανεξέλεγκτη η απληστία αυτών των ομάδων, ώστε τα χρήματα των φορολογουμένων δεν τους ήταν αρκετά. Πίεζαν την χώρα κάνοντας «αγώνες» να υπερχρεωθεί με 320 δις δάνεια τα οποία εξανεμίστηκαν σε εισαγόμενα καταναλωτικά προϊόντα. Την ίδια τύχη είχαν και περίπου 120 δις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις. Κάθε φορά που ένας αγώνας «δικαιωνόταν» μια προνομιούχος ομάδα κέρδιζε σε βάρος της κοινωνίας και το δημόσιο χρέος αυξανόταν και υποθηκευόταν το μέλλον των παιδιών μας και των εγγονιών μας.
Αντίθετα, οι μεγάλες σε αριθμό ομάδες των πτωχών, των φορολογουμένων, των ανέργων κλπ, οι οποίες δεν μπορούν να οργανωθούν να κάνουν «αγώνες», δεν μπορούν να διεκδικήσουν τίποτα. Και επί πλέον δεν μπορούν να αντισταθούν στις οργανωμένες ομάδες που τις ζημιώνουν καθημερινά.
Εάν είχαμε δημιουργήσει ένα δίκαιο κράτος, εάν προχωρούσαμε σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στα δημοσιονομικά, στους κλειστούς και καρτελοποιημένους τομείς της οικονομίας, στον επιτυχή περιορισμό της παραοικονομίας, στην καταπολέμηση της κρατικής διαφθοράς, αλλά και στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων παρέχοντας ένα φιλικό εργασιακό και φορολογικό περιβάλλον, πιθανότατα η οικονομική κρίση να είχε περάσει την δεύτερη χρονιά.
Σήμερα όμως, οι κρατικές δαπάνες ανέρχονται κοντά στο 50% ΑΕΠ. Δηλαδή έχουν φθάσει και πολλές φορές έχουν ξεπεράσει τις αντίστοιχες δαπάνες των προηγμένων ευρωπαϊκών κρατών. Αλλά τα κρατικά έσοδα υπολείπονται κατά πολύ των ευρωπαϊκών. Ο λόγος είναι ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να φθάσει τα φορολογικά έσοδα των αντίστοιχων ευρωπαϊκών κρατών διότι δεν έχει χιλιάδες πολυεθνικές εταιρίες (όπως έχουν οι προηγμένες ευρωπαϊκές χώρες) να «φέρνουν» πλούτο και κέρδη από όλο τον κόσμο ώστε να εισπράττει και το κράτος το ανάλογο μερίδιο των φόρων. Λίγες που είχαμε τις εκδιώξαμε.
Η φορολογική βάση της Ελλάδας αποτελείται από:
α) 600.000 περίπου αγρότες από τους οποίους οι περσότεροί είναι ήδη υπερχρεωμένοι,
β)  από 700.000 περίπου μικροεπιχειρήσεις οι οποίες κατά μεγάλο ποσοστό, ήδη έχουν χρέη που δεν μπορούν να πληρώσουν στο Δημόσιο και στα ασφαλιστικά ταμεία και
γ) από 1.400.000 περίπου ιδιωτικούς υπαλλήλους εκ των οποίων το ¼ απασχολούνται με μερική απασχόληση, και οι υπόλοιποι δεν παίρνουν πάνω από 800 ευρώ το μήνα  κατά μέσο όρο.
Το σύνολο των απασχολουμένων στην παραγωγική οικονομία στο τέλος του 2013 ήταν 2,784 εκατομμύρια ενώ το σύνολο των συνταξιούχων ήταν 2,757 εκατομμύρια συν 0,723 εκατομμύρια απασχολούμενοι στην γενική κυβέρνηση (πηγή: ΕΛΣΤΑΤ – σύστημα ΗΛΙΟΣ).
Ο λόγος μεταξύ συνταξιούχων και απασχολουμένων στον παραγωγικό τομέα είναι 1 προς 4 στις ευρωπαϊκές χώρες. Δηλαδή σε κάθε 4 απασχολούμενους αντιστοιχεί ένας συνταξιούχος. Στην Ελλάδα η σχέση αυτή είναι σχεδόν 1 προς 1 δηλαδή για κάθε ένα απασχολούμενο αντιστοιχεί ένας συνταξιούχος. Η σχέση γίνεται ακόμα χειρότερη σε 1 προς 0,8 ένα προστεθούν και οι υπάλληλοι της Γενικής κυβέρνησης στους συνταξιούχους (πηγή: support ratio www.wikipedia.org). Ακόμα και εάν όλοι οι άνεργοι βρουν εργασία η σχέση αυτή μπορεί να ανέλθει από 0,8 σε 1,25!!!! Θα υπολείπεται όμως 2-3 μονάδες της υπόλοιπης Ευρώπης. Αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα του ασφαλιστικού – συνταξιοδοτικού.
Σήμερα τα έσοδα του κράτους οφείλονται στην υπέρ-φορολόγηση των πολίτων (όχι όλων – κάποιοι εξακολουθούν να μην πληρώνουν τους φόρους που τους αναλογούν). Σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ οι Έλληνες πληρώνουν σε φόρους και εισφορές το 43% των αποδοχών τους ενώ ο μέσος όρος στην Ευρώπη είναι 26%. Δηλαδή πληρώνουμε 65% ((43-26)/26=) περισσότερους φόρους και εισφορές επί των αποδοχών από τους υπόλοιπους Ευρωπαίους για να συντηρείται η παραπάνω σχέση, όπου είμαστε η μοναδική χώρα με περισσοτέρους συνταξιούχους από απασχολούμενους στην παραγωγή!!!!  Άραγε πως μπορούν να πληρώνουν τόσο λίγοι απασχολούμενοι τόσους πολλούς φόρους;
Όπως πρόσφατα ανέφερε ο νομπελίστας οικονομολόγος Thomas J. Sargent: «Οι υψηλοί φόροι και οι αυστηροί περιορισμοί σκοτώνουν τις δουλειές». Έτσι οι υψηλοί φόροι κλείνουν τις επιχειρήσεις, αυξάνουν την ανεργία με αποτέλεσμα να ζημιώνονται πρωτίστως οι ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες.

Επιστροφή στο 24ο τεύχος Ην-Ων