ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΩΝ
ΕΡΕΥΝΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΒΛΕΨΕΩΝ «ΠΕΠ»
Δυσκολίες παρουσιάζει η πρόβλεψη για την φετινή τουριστική οικονομία της χώρας μας σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος αναφέρεται σε έρευνα του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων.
Σύμφωνα με τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία η κρίση δημιουργήθηκε από την παροχή δανείων για κατοικίες με μειωμένη εξασφάλιση αλλά και υψηλότερα επιτόκια στις ΗΠΑ.
Πολλές από τις πιθανές συνέπειες – διευκρινίζεται – που συνεπάγονται τέτοιες πιστωτικές πρακτικές έχουν ήδη εκδηλωθεί και αποσβεσθεί, αλλά δεν έχουν εκλείψει.
Με αφετηρία το γεγονός ότι η ζήτηση τουριστικών υπηρεσιών χαρακτηρίζεται από εισοδηματική ελαστικότητα μεγαλύτερη της μονάδας, η παγκόσμια ζήτηση είναι εύλογο να αυξηθεί με ρυθμό τάξεως του 5%-6%. Από τεχνική άποψη θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η ζήτηση του ελληνικού τουριστικού προϊόντος δεν θα υπολειφθεί αυτού του ρυθμού.
|Οι αναβαθμίσεις των γενικών υποδομών, η ευρύτερη αναγνωρισιμότητα της Ελλάδας ως τουριστικού προορισμού, ως συνέπεια των Ολυμπιακών αγώνων, θα εξακολουθήσει να δρά θετικά, σε συνδυασμό και με την διαπίστωση απουσίας περιστατικών δυσφημιστικών του όλου τουριστικού περιβάλλοντος της χώρας.
Με βάση την έρευνα του Ινστιτούτου (ΙΤΕΠ) ιδιαιτέρως αυξημένη εκτιμάται ότι θα είναι η ευμενής επίπτωση από την προβολή και διαφήμιση της χώρας.
Όπως προκύπτει από μελέτη του ΙΤΕΠ, ο κύριος όγκος των επιπτώσεων από μια διαφημιστική προσπάθεια δεν πραγματοποιείται άμεσα.
Εξάλλου η έμφαση που άρχισε να επικεντρώνεται στην αναβάθμιση της ποιότητας του τουριστικού προϊόντος, αλλάζει τα δεδομένα για τον τουρισμό.
Ο ρόλος της αναβαθμίσεως της πρωτεύουσας έχει γίνει πραγματικότητα λόγω των Ολυμπιακών Αγώνων που έγιναν στην Ελλάδα και επιλέγεται από αυξημένους αριθμούς ανθρώπων ως προορισμός, παρ΄ όλο που παραμένει πολεοδομικά μια όχι και τόσο ελκυστική πόλη.
Η διαφαινόμενη αναζωογόνηση της αμερικανικής αγοράς ως προέλευση έχει αρχίσει να κάνει αισθητή την παρουσία της. Η αγορά αυτή έχει ιδιαίτερη σημασία, διότι η ανά διανυκτέρευση δαπάνη είναι σχετικά υψηλή και ο αριθμός διανυκτερεύσεων μεγάλος.
Η προβλεπόμενη διακριτή επιβράδυνση του ρυθμού αναπτύξεως πρωτευόντως του Ηνωμένου Βασιλείου και δευτερευόντως της Γερμανίας που αποτελούν τους κυρίους τροφοδότες του ελληνικού τουρισμού δεν αποτελεί ευμενή εξέλιξη.
Η απειλή από τυχόντα τρομοκρατικά επεισόδια εμφανίζεται πολύ εξασθενημένη όπως προκύπτει από την σχετικά πρόσφατη εμπειρία με βάση τα στοιχεία του Ινστιτούτου Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων.
Ο ανταγωνισμός απαιτεί συνεχή επαγρύπνηση, συνεχή βελτίωση της ολικής ποιότητας, συνεχή προσπάθεια μείωσης του κόστους καθώς προβολή και διαφήμιση.
Οι προτιμήσεις των καταναλωτών υπόκεινται σε μεταβολές υπό την επίδραση της ανόδου του βιοτικού επιπέδου.
Πάντως η τουριστική πολιτική οφείλει – αναφέρεται στην έρευνα του ΙΤΕΠ – να προηγείται από την εμφάνιση των αλλαγών στις προτιμήσεις και να εναρμονίζεται συνεχώς προς τις ανάγκες που δημιουργεί ο διεθνής ανταγωνισμός ιδίως σε σχέση με τις ανταγωνιστικές χώρες.
Επιδράσεις του εσωτερικού τουρισμού
Η αύξηση του ΑΕΠ που προέρχεται από τον εσωτερικό τουρισμό, εκτιμάται σε 0,5% κατά 2005 έναντι 0,3% το 2000, τονίζεται στην μελέτη του ΙΤΕΠ.
Πρέπει ωστόσο να επισημανθεί η αυξημένη συμμετοχή στην αύξηση αυτής της δαπάνης των ταξιδιωτών που διανέμουν σε επαγγελματικά καταλύματα η οποία είναι υπερδιπλάσια της δαπάνης των διαμενόντων σε ιδιόκτητα καταλύματα.
Η σημαντική αυτή διαφορά επαυξάνεται αν συνυπολογισθεί η «κρυφή» δαπάνη επαγγελματικού τύπου που εμπεριέχεται στην δαπάνη σε ιδιόκτητα καταλύματα. Είναι άξιο παρατηρήσεως, ότι στα επαγγελματικά καταλύματα, τα οποία αντιπροσωπεύουν μόνο το 20% περίπου των διανυκτερεύσεων αντιστοιχεί το70% περίπου της οριακής δαπάνης το 2005 έναντι το 65% το 2004.
Είναι, πράγματι, χαρακτηριστική η αντίστροφή σχέση που υπάρχει και διατηρείται διαχρονικά και μάλιστα επιτεινόμενη, μεταξύ μεριδίων διανυκτερεύσεων και δαπανών μεταξύ των δύο κατηγοριών ταξιδιωτών. Η διαπίστωση αυτή δεν στερείται σημασίας από άποψη πολιτικής.
Ο αριθμός των διανυκτερεύσεων ταξιδιωτών του εσωτερικού τουρισμού ανέρχεται σε 108 εκατομμύρια (2005) έναντι 110 εκατομμύρια του αλλοδαπού τουρισμού σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΙΤΕΠ.
Ωστόσο το σύνολο αυτό σύγκειται από τρείς διαφορετικές ομάδες ταξιδιωτών, με κριτήριο το κατάλυμα, τα οικονομικά αποτελέσματα των οποίων διαφέρουν μεταξύ τους.
Οι ομάδες αυτές είναι:
– Διανομή σε καταλύματα: επαγγελματικά, ιδιοχρησιμοποιούμενα ιδιόκτητα, ιδιόκτητα, φιλοξενία φίλων και γνωστών.
Στα επαγγελματικά καταλύματα οι διανυκτερεύσεις αντιπροσωπεύουν το 23,4% των συνολικών διανυκτερεύσεων. Τα μερίδια για τους χρήστες ιδιόκτητων κατοικιών και τους «φιλοξενούμενους» είναι αντιστοίχως 55,8% και 23,8%.
Από ανάλυση διαφόρων χαρακτηριστικών των φερομένων ως «φιλοξενουμένων» προέκυψε ότι αξιόλογο τμήμα αυτών είναι κατ’ ουσία ενοικιαστές ιδιωτικών κατοικιών.
Αυτό σημαίνει ότι το μερίδιο των διανυκτερεύσεων σε καταλύματα επί πληρωμή είναι αρκετά υψηλότερο από το κατά δήλωση, στατιστικώς καταγραφόμενο. Πράγματι, καθ΄ υπολογισμό, για το σύνολο των διανυκτερεύσεων (ένα και άνω) το μερίδιο των επαγγελματικών ανέρχεται σε 25%. Είναι επομένως εύλογο να υποθέσουμε ότι το πραγματικό μερίδιο των επί πληρωμή καταλύματος πραγματοποιούντων διακοπές είναι της τάξεως του 1/3 του συνόλου.
Ένα δυσμενές χαρακτηριστικό του ελληνικού τουριστικού προτύπου είναι η έντονη εποχικότητα. Το χαρακτηριστικό αυτό συνεπάγεται όχι αμελητέο μέγεθος σπατάλης εν ανεπαρκεία κοινωνικών πόρων, με επιπτώσεις στη βιωσιμότητα των καταλυμάτων και την ποιότητα των προσφερομένων υπηρεσιών.
Βεβαίως, ο εσωτερικός τουρισμός έχει οριακώς καλύτερη κατανομή λόγω χειμερινού τουρισμού.
Ωστόσο, εμφανίζει εντονότατη εποχικότητα κατά τους μήνες αιχμής του αλλοδαπού τουρισμού, οξύνοντας ένα ούτως ή άλλως ανεπιθύμητο χαρακτηριστικό του ελληνικού τουρισμού.
Η διαπίστωση, σύμφωνα με την οποία 96% των εσωτερικών τουριστών διακινείται οδικώς και θαλασσίως συνιστά υπόδειξη πολιτικής αφορώσα κατεξοχήν τον εσωτερικό τουρισμό και υπογραμμίζει την ανάγκη εκτελέσεως συμπληρωματικών οδικών έργων και βελτίωση λιμένων και μέσων θαλάσσίας μεταφοράς.
Τέτοιες διευκολύνσεις αυξάνουν την ποσότητα και ποικιλία των διαθεσίμων αξιοθέατων καιν κατ΄ επέκταση την ζήτηση αντίστοιχων υπηρεσιών από τους ημεδαπούς.
Το εύρημα ότι η δαπάνη που συνδέεται με την διαμονή σε επαγγελματικού τύπου καταλύματα είναι ίση με το 44% της συνολικής δαπάνης που πραγματοποιείται από τον εσωτερικό τουρισμό ενώ αντιπροσωπεύει το 23% των διανυκτερεύσεων, δεν στερείται σημασίας από απόψεως τουριστικής πολιτικής.
Υποδεικνύει ποιο είναι το χρέος του δημοσίου για ενθάρρυνση του εσωτερικού τουρισμού με υποδομές και οργάνωση εκδηλώσεων καθώς και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας με ποιότητα και τιμολογιακή πολιτική.
Προτάσεις πολιτικής
Η διαπίστωση, ότι ενεργός παρέμβαση δημιουργίας κινήτρων – μικρού σχετικώς κόστους – προς ενθάρρυνση του εσωτερικού τουρισμού έχει ορατά θετικά αποτελέσματα από μακροοικονομική και μικροοικονομική άποψη (ρυθμός αναπτύξεως, βελτίωση του διαπεριφερειακού βιοτικού επιπέδου), αναδεικνύει την ώθηση του εσωτερικού τουρισμού ως μια εφικτή επιδίωξη της τουριστικής πολιτικής.
Η πολιτική αυτή, τονίζεται για πολλοστή φορά, δεν έχει την εμβέλεια αντίστοιχης πολιτικής προσελκύσεως αλλοδαπών τουριστών για λόγους που δεν έχουν επαρκώς αναλυθεί σε προηγούμενες μελέτες και εκθέσεις.
Το μέγεθος του πληθυσμού καθεαυτό, για δεδομένο κατά κεφαλή εισόδημα, οριοθετεί με πειστικότητα τις δυνατότητες του εσωτερικού τουρισμού ως αναπτυξιακού παράγοντα .Με αφετηρία την ανωτέρω επισήμανση παραθέτει προτάσεις πολιτικής το ΙΤΕΠ.
Ειδικότερα:
– Η ανά διανυκτέρευση δαπάνη αποτελεί αρνητική συνάρτηση της διάρκειας του ταξιδιού. Αυτό αποτελεί μια ακόμη υπόδειξη για την επινόηση μέτρων που θα αύξαναν τις διακοπές του Σαββατοκύριακου καθ΄ ολη την διάρκεια του έτους. Αυτό και την μέση δαπάνη ανά διανυκτέρευση θα ηύξανε και μάλιστα σε επαγγελματικού τύπου καταλύματα αλλά και την εποχικότητα, πιθανώς, θα βελτίωνε.
– Η εποχική κατανομή απαλύνει την οξύτητα κατανομής που προκύπτει από τον αλλοδαπό τουρισμό, βασικώς λόγω χειμερινού τουρισμού. Εδώ, οι πολιτικές που θα μπορούσαν να επιφέρουν ορατή βελτίωση της καταστάσεως αφορούν περισσότερο την Τοπική Αυτοδιοίκηση και τις τοπικές πολιτισμικές και άλλες οργανώσεις και λιγότερο το κράτος.
– Οι υστερούσες τουριστικές περιοχές, οι οποίες συμπίπτει να είναι και οικονομικά υστερούσες, πρέπει να τύχουν ιδιαίτερης προσοχής για λόγους όχι μόνο οικονομικούς. Πολλές από αυτές τις περιοχές στερούνται, ίσως, φυσικών πόρων προσφιλούς θερινού χαρακτήρα (θάλασσα), μπορούν όμως με κατάλληλη και επίμονη παρέμβαση να αναδείξουν τα ηπειρωτικά φυσικά αξιοθέατα και πολιτισμικά στοιχεία ικανά να προσελκύσουν ταξιδιώτες.
– Η ανάγκη βελτίωσης της οδικής και θαλάσσιας υποδομής (λιμάνια, πλοία, δρομολόγια) είναι προφανής, αφού το 95% των εσωτερικών τουριστών μετακινείται οδικώς ή δια θαλάσσης.
– Το εύρημα, ότι σημαντικό τμήμα των φερουμένων ως φιλοξενουμένων αποτελεί κατ΄ ουσίαν ενοικιαστές, υπαγορεύει, όχι όνο για λόγους φοροδιαφυγής, τη λήψη μέτρων. Μια ίσως, προσέγγιση στο ζήτημα αυτό θα ήταν η εκχώρηση των σχετικών αρμοδιοτήτων και δικαιωμάτων στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.
– Παράγωγο συμπέρασμα του ανωτέρω αφορά στον αλλοδαπό τουρισμό και συνδέεται με την πρόσφατη τάση της τουριστικής πολιτικής να ενθαρρύνει και ενισχύσει οικονομικώς την προώθηση νέων μορφών τουριστικών καταλυμάτων (τουριστικές κατοικίες). Περιορίζομε στην παρούσα αναφορά τις ανησυχίες μας μόνο σε όσον αφορά την ανάπτυξη μιας καθ΄ όλα απαράδεκτης παρατουριστικής δραστηριότητας, συνισταμένης στην αφανή ενοικίαση των εν λόγω κατοικιών σε αλλοδαπούς από αλλοδαπούς. Η οικονομική ζημιά θα είναι μεγάλη τόσο σε εισρέον συνάλλαγμα, όσο και σε όρους αναπτύξεως και απασχολήσεως.
Πάντως πρέπει να επισημανθεί ότι η «παραξενοδοχία» όσον αφορά τον εσωτερικό τουρισμό είναι βλαπτική της αποδοτικότητας και βιωσιμότητας του επαγγελματικού τύπου καταλυμάτων, ενδυναμώνει την φοροδιαφυγή και στρεβλώνει την αναπτυξιακή εικόνα της χώρας.
Το ΙΤΕΠ αναφέρει ότι «κρίνομε οτι η κατάσταση της «παραξενοχίας» θα επιδεινωθεί με την αύξηση του μεριδίου τουριστικών κατοικιών που αποκτώνται από ξένους. Βεβαίως, η εξέλιξη αυτή δεν είναι εφικτό να αποφευχθεί θεσμικά. Δεν πρέπει όμως, να ενθαρρύνεται με κρατικούς πόρους και άλλες διευκολύνσεις και δη με παραβίαση της δεοντολογίας που διατρέχει το θεσμικό πλαίσιο δημιουργίας και λειτουργίας τουριστικών καταλυμάτων».
Στρατηγικές προεκτάσεις
Οι στρατηγικές προεκτάσεις για την Τουριστική Οικονομία είναι:
– Η ζήτηση για τουριστικά προϊόντα μεταβάλλεται με νέες μορφές τουρισμού να συνεχίζουν να αναδεικνύονται
– Η Ελλάδα είναι σταθερά προσανατολισμένη στον θερινό τουρισμό (Ήλιος και Θάλασσα).
– Επιταχύνεται η διάδοση της καινοτομίας των ολοκληρωμένων τουριστικών πακέτων, ιδίως για διακοπές θερινού τουρισμού.
– Τα ολοκληρωμένα τουριστικά πακέτα ως προϊόν οδηγούν στη συμπίεση των περιθωρίων κέρδους των ξενοδοχειακών μονάδων αλλά και στη συρρίκνωση των εσόδων των επιχειρήσεων εκείνων που λειτουργούν περιφερειακά στην τουριστική οικονομία.
– Η πληρότητα, ο αριθμός των αφίξεων, ο αριθμός των διανυκτερεύσεων κ.α ως δείκτες της ανάπτυξης και της πορείας της τουριστικής οικονομίας είναι ανεπαρκείς εφόσον κανείς δεν συνεκτιμά παραμέτρους όπως τα έσοδα και τα κέρδη που συγκεκριμένη οικονομία δημιουργεί για τις εμπλεκόμενες επιχειρήσεις και την Εθνική Οικονομία.
– Οι μεσομακροχρόνιες επιπτώσεις από τον συνδυασμό της περαιτέρω διάδοσης των ολοκληρωμένων τουριστικών πακέτων σε συνδυασμό με την συχνά παρατηρούμενη πτώση του επιπέδου ποιότητας των προσφερομένων υπηρεσιών ενδέχεται να είναι αρνητικές για την ελκυστικότητα και την ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ως τουριστικό προορισμό.
Πάντως πρέπει να σημειωθεί – αναφέρεται στην έρευνα του ΙΤΕΠ – ότι η εικόνα της ελληνικής τουριστικής οικονομίας δικαιολογεί έντονο προβληματισμό για το μέλλον. Ο προβληματισμός αυτός συνδέεται με την αδυναμία δημιουργίας επαρκών κερδών για τη συντήρηση – χρηματοδότηση επενδύσεων με στόχο την προστασία της ανταγωνιστικότητας, τη συνεχή βελτίωση των προσφερομένων υπηρεσιών και την ανάπτυξη εναλλακτικών τουριστικών προϊόντων.
Για να επιτευχθεί η αναδόμηση της ελληνικής τουριστικής οικονομίας – προτείνει το ΙΤΕΠ – οι σημαντικοί πυλώνες είναι:
– Στρατηγική μάρκετινγκ για να μπορεί να έχει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα έναντι βασικών ανταγωνιστικών προορισμών και τι υποδομές σε μάκρο (κρατικό) και μίκρο (επιχειρησιακό) επίπεδο απαιτούνται για την προσέλκυση συγκεκριμένων τουριστών.
Παράδειγμα με τρείς εναλλακτικούς τουριστικούς προορισμούς είναι η Χαλκιδική, η Κρήτη και τα Δωδεκάνησα.
Συγκεκριμένα η Χαλκιδική θα μπορούσε να εστιάσει και να στοχεύσει τουρισμό πολυτελείας καθώς και θρησκευτικό τουρισμό, η Κρήτη μπορεί να αξιοποιήσει την φήμη της στον θερινό τουρισμό, αναπτύσσοντας δίκτυα συνεργασίας μεταξύ των ξενοδοχειακών μονάδων και των επιχειρήσεων που επίσης προβλέπουν στην τουριστική κίνηση.
Τέλος τα Δωδεκάνησα θα μπορούσαν να συνδυάσουν πολυτελή θερινό τουρισμό με αθλητικό (ιστιοπλοϊκό και καταδυτικό) τουρισμό.
Για να υλοποιηθεί το παραπάνω σενάριο θα πρέπει να:
– Δημιουργηθεί ποιοτικό οδικό δίκτυο που να συνδέει το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης με τη Χαλκιδική στον ελάχιστο δυνατόν χρόνο (ανάλογο με αυτό της Αττικής Οδούς), με παράλληλη επέκταση του αριθμού των ξενοδοχειακών μονάδων με κατάλληλες προδιαγραφές για την υποδοχή των τουριστών.
– Αυξηθεί ο αριθμός των αεροδρομίων της Κρήτης και να επεκταθούν terminals ώστε να μπορούν να υποδεχθούν περισσότερο αριθμό τουριστών, με παράλληλη ανάπτυξη της αναγκαίας επιχειρηματικής παιδείας των επιχειρηματικών φορέων ώστε να δημιουργηθούν βιώσιμα επιχειρησιακά δίκτυα.
– Αναπτυχθεί περεταίρω η υποδομή στις μαρίνες και σε αντίστοιχες ξενοδοχειακές μονάδες αναλόγων προδιαγραφών στα νησιά των Δωδεκανήσων
– Βελτιωθεί το επίπεδο και η τεχνογνωσία όλων των τοπικών επιχειρήσεων σε θέματα ποιότητας, εξυπηρέτησης και δημιουργίας ποιοτικών εμπειριών για τους επισκέπτες.
– Ξεπερασθούν τοπικά μικροσυμφέροντα που ενδεχομένως να πλήττονται απ[ο την αλλαγή στρατηγικής τοποθέτησης της κάθε περιοχής στην διεθνή τουριστική οικονομία.
Υπάρξει κοινό όραμα και συμφωνία μεταξύ των επιχειρήσεων κάθε περιοχής για τη χάραξη και κυρίως υλοποίηση μιας ενιαίας πολιτικής με στόχο την βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Αναμφίβολα – διευκρινίζεται – είναι αναγκαίο προκειμένου η ελληνική τουριστική οικονομία να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις και τα νέα τουριστικά προϊόντα τα οποία αναδύονται από την παγκόσμια αγορά να αξιοποιηθούν τα φυσικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Χώρας.