Τα τρία μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) από τα έξη –βάσει νόμου, δεν μπορούν να παραπεμφθούν με το αδίκημα της απιστίας– παραπέμπονται με το αδίκημα της υπεξαίρεσης.
Συγκεκριμένα δεν παρέδωσαν αμέσως τα κεφάλαια από την πώληση των ακινήτων, ζημιώνοντας έτσι, σύμφωνα με το εισαγγελικό πόρισμα, το ελληνικό Δημόσιο με ποσό που ξεπερνά τις 100.000 ευρώ.
Το Συμβούλιο Εφετών (ΣΕ), στο βούλευμά του, υιοθετεί πλήρως την εισήγηση του εισαγγελέα Εφετών και αγνοεί εντελώς το υπόμνημα της υπερασπιστικής πλευράς. Η τελευταία επικαλείται διάταξη νόμου που εναρμονίζει τις ευθύνες των μελών του Σ.Ε. με εκείνες των μελών του Δ.Σ. του ΤΑΙΠΕΔ και σημειώνει ότι δεν μπορεί να ασκηθεί δίωξη για υπόθεση στην οποία έχει προηγουμένως αποφανθεί το Ελεγκτικό Συνέδριο. Σημειώνεται ότι η σύμβαση πώλησης των 28 ακινήτων, όπως και κάθε άλλη μεγάλη διάθεση περιουσιακού στοιχείου αξίας άνω των 500.000 ευρώ από το ΤΑΙΠΕΔ, φέρει απαραιτήτως την έγκριση του Ελεγκτικού Συνεδρίου.
Ωστόσο, η νομική κάλυψη που προσφέρθηκε νομοθετικά στα μέλη του Σ.Ε. ήταν μεταγενέστερη της απόφασης πώλησης των 28 ακινήτων. Καίτοι στη δικονομία οι κατηγορούμενοι εξετάζονται με τις ευνοϊκότερες για τους ίδιους διατάξεις, αυτό δεν ίσχυσε στη συγκεκριμένη περίπτωση. Έτσι, τώρα, οι κατηγορούμενοι έχουν δύο προοπτικές: είτε να οδηγήσουν την υπόθεση στη δικαστική αίθουσα είτε να ασκήσουν αίτηση αναίρεσης του παραπεμπτικού βουλεύματος στον Άρειο Πάγο.
Αυτό είναι κάτι που θα εξετασθεί τις επόμενες εβδομάδες και θα εξαρτηθεί από τις κινήσεις της κυβέρνησης. Πάντως, πηγές κοντά στην υπόθεση ανέφεραν χθες ότι οι Βρυξέλλες είναι έντονα δυσαρεστημένες από την εξέλιξη αυτή, καθώς μεταξύ των κατηγορουμένων στο ΣΕ είναι εμπειρογνώμονες από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Σημειώνεται ότι το ΣΕ ασκεί μόνον συμβουλευτικά καθήκοντα και όχι εκτελεστικά.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ