Πέθανε το Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018 ο Τζίμης Πανούσης, ένας από τους πιο ανατρεπτικούς σύγχρονους καλλιτέχνες, σε ηλικία 64 ετών, ύστερα από ανακοπή καρδιάς.
Ο διάσημος μουσικός και τραγουδοποιός μεταφέρθηκε εσπευσμένα γύρω στις 3.30 το μεσημέρι του Σαββάτου στο νοσοκομείο «Ερυθρός Σταυρός» όπου παρά τις προσπάθειες ανάνηψης, οι γιατροί δεν κατάφεραν να τον κρατήσουν στη ζωή.
Στις αρχές Δεκεμβρίου 2017, ο αγαπημένος καλλιτέχνης είχε καταρρεύσει στη σκηνή κατά τη διάρκεια της εμφάνισής του σε μαγαζί της Αθήνας. Τότε είχε μεταφερθεί με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, όπου και νοσηλεύτηκε για λίγες ημέρες.
O Τζίμης Πανούσης γεννήθηκε στις 12 Φεβρουαρίου του 1954 από Μικρασιάτες πρόσφυγες γονείς -τον Θεόδωρο και τη Φωτεινή- στην Αθήνα και μεγάλωσε στον Χολαργό. Το 1973, βρήκε, μέσω αγγελίας, δουλειά σε περιοδεύοντα θίασο. Στη συνέχεια, εγκατέλειψε τον θίασο για να δουλέψει ως υπάλληλος στην Εθνική Τράπεζα από την οποία παραιτήθηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Πρώτες προσπάθειες στον χώρο της μουσικής έγιναν με το σχήμα «Χαρούμενη Κουδουνίστρα», όταν ακόμα ήταν στο Γυμνάσιο. Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 σχηματίστηκαν οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» από τον Τζίμη Πανούση (φωνή, στίχοι, μουσική) και τους Σπύρο Πάζιο (κιθάρα, synthesizer, έγχορδα), Γιάννη Δρόλαπα (ηλεκτρική κιθάρα), Βαγγέλη Βέκιο (τύμπανα) και Δημήτρη Δασκαλοθανάση (μπάσο). Στη συνέχεια, προστέθηκε και ο Van Svarnas (σαξόφωνο).
Η πρώτη εμφάνιση σε κοινό για τις «Μουσικές Ταξιαρχίες» έγινε το 1980 στο «Skylab» στην Πλάκα, ενώ η πρώτη τους δισκογραφική δουλειά ήταν ο δίσκος «Μουσικές Ταξιαρχίες» που κυκλοφόρησε από την MINOS-EMI, το 1982, ενώ δυο χρόνια νωρίτερα είχαν κυκλοφορήσει μία ανεξάρτητη παραγωγή σε κασέτα, το «Disco Tsoutsouni». Ακολούθησαν οι δίσκοι «Αν η Γιαγιά μου είχε Ρουλεμάν» (1984) και «Hard Core» (ζωντανή ηχογράφηση, 1985). Το 1983, οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» καμουφλάρονται κάτω από το όνομα «Alamana’s Bridge» (Γέφυρα της Αλαμάνας) και συμμετείχαν στο δίσκο-συλλογή ελληνικού ροκ «Made in Greece Vol.1», παρά τις αντιρρήσεις της τότε δισκογραφικής τους εταιρείας. Από τον επόμενο δίσκο, «Κάγκελα Παντού» (1986), ο Πανούσης αποφάσισε να συνεχίσει μόνος του. Το 1987, κυκλοφόρησε ο τελευταίος δίσκος από την MINOS-EMI με τίτλο «Χημεία και Τέρατα», ενώ τα επόμενα δύο άλμπουμ, «Δουλειές του Κεφαλιού» (1990) και «Ο Ρομπέν των Χαζών» (ζωντανή ηχογράφηση, 1992), κυκλοφόρησαν από την Music Box International, και το «Vivere Pericolosamente» από την Warner, το 1993. Η επόμενη δισκογραφική του δουλειά κυκλοφόρησε επτά χρόνια μετά, το 2000, με τίτλο «Με Λένε Πόπη» (ζωντανή ηχογράφηση). Στις 20 Ιανουαρίου 2009, κυκλοφόρησε ένα διπλό DVD με ζωντανή κινηματογράφηση της παράστασης «Της Πατρίδας μου η Σημαία», που δόθηκε το 2008 στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο, ενώ την άνοιξη του 2015 οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» επανενώθηκαν για μια σειρά εμφανίσεων στο Κύτταρο, έπειτα από 30 χρόνια απουσίας.
Πέρα από τη μουσική, o Τζίμης Πανούσης ασχολήθηκε, κατά καιρούς, με το ραδιόφωνο, την τηλεόραση και τον κινηματογράφο. Είχε μια δεκαπεντάχρονη ιστορία σαν ραδιοφωνικός παραγωγός ενώ η τηλεοπτική εκπομπή του, με τίτλο «Κορίτσια ο Τζίμης», που επρόκειτο να μεταδοθεί από την τότε ΕΤ2, το 1995, τελικά «κόπηκε» -ωστόσο, στιγμιότυπά της έχουν κατά καιρούς παρουσιαστεί κατά τη διάρκεια τηλεοπτικών συνεντεύξεών του. Στον κινηματογράφο, έχει πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Ο δράκουλας των Εξαρχείων» (1981) του Νίκου Ζερβού μαζί με τις υπόλοιπες «Μουσικές Ταξιαρχίες» και ως γκεστ σταρ στις ταινίες «Ηνίοχος» (1995) του Αλέξη Δαμιανού, «Προστάτης Οικογένειας» (1997) του Νίκου Περάκη και «Safe Sex» (1999) των Ρέππα – Παπαθανασίου.
Την υπογραφή του Τζίμη Πανούση φέρουν έξι βιβλία, κυρίως βασισμένα στις ραδιοφωνικές του εκπομπές. Πρώτο ήταν το «Η Ζάλη των Τάξεων» (Γνώσεις, 1989) που περιέχει 40 ιστορίες ραδιοφωνικής φαντασίας που ακούστηκαν από την εκπομπή «Δούρειος Ήχος» στον Top FM την περίοδο 1988-89, ακολούθησαν τα «Πικρέ, Μικρέ Μου Αράπη» (Opera, 1990) που είναι μια σαπουνόπερα 22 επεισοδίων, η οποία ακούστηκε από τον «Δούρειο Ήχο» το καλοκαίρι του 1989 και «Το Κυνήγι της Γκόμενας» (Opera, 1992) που αποτελείται από 30 σύντομες γυναικείες βιογραφίες. Το 1996, κυκλοφόρησε το «Υγιεινή Διαστροφή» (Opera), τον Ιανουάριο του 2002 παρουσίασε στο περιοδικό ΜΕΤΡΟ τον «εναλλακτικό Καζαμία», με τίτλο «Μωρόν λαβέ», ντυμένος με μαντήλα τύπου Παλαιάς Διαθήκης, κρατώντας κούκλα βρέφους, τυλιγμένο με την αστερόεσσα. Τέλος, το 2005, κυκλοφόρησαν ταυτόχρονα ακόμα δύο βιβλία του από τις εκδόσεις «Opera» με τίτλους «Μικροαστική Καταστροφή» και «Πούστευε και Μη Ερεύνα», ενώ το 2010 κυκλοφόρησε το πολύτομο έργο «Ο Στάλιν σκέφτεται για σένα στο Κρεμλίνο».
Η ιδεολογική στάση του Πανούση και η καυστική του σάτιρα τον έχει φέρει αρκετές φορές αντιμέτωπο με τη δικαιοσύνη. Η αθυροστομία και ο καυστικός του στίχος έθιγε, άμεσα και έμμεσα, πρόσωπα και καταστάσεις. Είναι γεγονός ότι κατά την περίοδο πριν την κατάργηση της λογοκρισίας (δηλ. περίπου το 1984), οι δίσκοι των «Μουσικών Ταξιαρχιών» ήταν λογοκριμένοι στα σημεία που υπήρχαν λέξεις που «προσέβαλαν τη δημόσια αιδώ». Ο δίσκος «Δουλειές του Κεφαλιού», τον οδήγησε στα δικαστήρια για περιύβριση εθνικού συμβόλου, αφού, στο εξώφυλλό του, εικονιζόταν ο ίδιος να ανοίγει τρύπες σε ελληνικές σημαίες. Παρόλα αυτά ποτέ δεν κρίθηκε ένοχος για αυτές τις κατηγορίες.
Το 1997, άρχισε νέος κύκλος δικαστικών αναμετρήσεων, αυτή τη φορά για συκοφαντική δυσφήμηση, με αντίδικο τον Γιώργο Νταλάρα, τον οποίο ο Τζίμης Πανούσης περιέπαιζε κατά τη διάρκεια παραστάσεών του για τη στάση του σχετικά με τις αφιλοκερδείς συναυλίες του. Ο Γ. Νταλάρας κατέθεσε ασφαλιστικά μέτρα εναντίον του, που ίσχυσαν μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, και απαίτησε από τον Πανούση να σταματήσει να κάνει αναφορές σε αυτόν, να χρησιμοποιεί τη φωνή και την εικόνα του στις παραστάσεις του, με πρόστιμο αν το έκανε ενός εκατομμυρίου δραχμών για κάθε αναφορά! Αργότερα, στις 10 Σεπτεμβρίου του 1997, με αγωγή ζήτησε ποσό αποζημίωσης εκατό εκατομμυρίων δραχμών για ηθική βλάβη αλλά τελικά η υπόθεση έληξε με καταδίκη του Πανούση σε φυλάκιση πέντε μηνών με αναστολή από το τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών (απόφαση 8002/1998). Ο Πανούσης, στις 27 Μαΐου 1999 κατέθεσε έφεση, η οποία απορρίφθηκε από το εφετείο Αθηνών στις 21 Δεκεμβρίου του 2000 (απόφαση 3040/2001). Η απόφαση επικυρώθηκε ξανά από το Τριμελές Εφετείο Αθηνών, τον Μάιο του 2002 και τελεσίδικα τον Απρίλιο του 2004 από τον Άρειο Πάγο.
Ένα εξώφυλλο, στο περιοδικό «Κλικ» το 1999, πού έδειχνε τον Πανούση ντυμένο αρχιεπίσκοπο να δαγκώνει ένα μήλο κρατώντας την κιθάρα του, ήταν η αιτία για την κατηγορία αυτού και των εκδοτών του περιοδικού για καθύβριση θρησκεύματος. Οι κατηγορούμενοι έφυγαν ομόφωνα αθώοι από το ακροατήριο.
Μια από τις πιο γνωστές κατηγορίες που αντιμετώπισε ο Πανούσης και αναπαράχθηκε πολύ από τα ΜΜΕ -όπως και αυτή με τον Νταλάρα- ήταν η κατηγορία για προσβολή εθνικού συμβόλου, αιτία της οποίας αυτή τη φορά ήταν η αφίσα της παράστασης «Της Πατρίδας μου η Σημαία», η οποία έδειχνε την ελληνική σημαία με ένα σφυροδρέπανο στη θέση του σταυρού.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ