Δεν μπορεί να μειωθεί το ποσοστό αναπηρίας που έχει προσδιορίσει η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή του ΙΚΑ, από τη δευτεροβάθμια επιτροπή, κρίνει το Α’ Τμήμα του Συμβουλίου της Επικρατείας.
Στη Δικαιοσύνη είχε προσφύγει 58χρονη ασφαλισμένη του ΙΚΑ η οποία είχε υποβάλει αίτηση για να λάβει σύνταξη. Η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή προσδιόρισε ότι το ποσοστό βλάβης αναπηρίας της ανέρχεται στο 50%, ενώ η δευτεροβάθμια επιτροπή όπου προσέφυγε, γνωμάτευσε ότι το ποσοστό αναπηρίας ανέρχεται στο 25%, από το οποίο το 10% οφειλόταν σε ψυχιατρική πάθηση.
«Όταν η δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή κρίνει επί προσφυγής ασφαλισμένου του Ι.Κ.Α.-Τ.Ε.Α.Μ. κατά γνωματεύσεως της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, η οποία (προσφυγή) δεν δύναται να καταστήσει χειρότερη τη θέση αυτού, δεδομένου ότι δεν υπάρχει ρητή αντίθετη ρύθμιση στη νομοθεσία του ως εν λόγω Ιδρύματος, ούτε προκύπτει άλλωστε από τη νομοθεσία αυτή η δυνατότητα της δευτεροβάθμιας υγειονομικής επιτροπής να καταστήσει χειρότερη τη θέση του προσφεύγοντος ασφαλισμένου», τονίζουν στην απόφασή τους οι Σύμβουλοι της Επικρατείας.
Παράλληλα, οι Σύμβουλοι τονίζουν ότι ο ασφαλιστικός οργανισμός έχει τη δυνατότητα να προσφύγει κατά της γνωμάτευσης της πρωτοβάθμιας υγειονομικής επιτροπής, για να μειωθεί το ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ασφαλισμένου.
«Σε περίπτωση που η δευτεροβάθμια υγειονομική επιτροπή, επιλαμβανόμενη προσφυγής μόνο του ασφαλισμένου, κρίνει ότι η ιατρική του αναπηρία πρέπει να προσδιορισθεί σε ποσοστό υψηλότερο εκείνου που προσδιόρισε η πρωτοβάθμια υγειονομική επιτροπή, θα δεχθεί την προσφυγή κατά της γνωματεύσεως της τελευταίας ως άνω επιτροπής και θα καθορίσει το κατά την κρίση της προσήκον ποσοστό της ιατρικής αναπηρίας του ασφαλισμένου», κρίνουν οι Σύμβουλοι της Επικρατείας.
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΤΕ